Κυριακή 25 Απριλίου 2010

Ιθάκες και Αζόρες



Σαν βγεις στον γυρισμό απ' το Καστελόριζο
να εύχεσαι, κατ' αρχάς, να υπάρχει ακόμα δρόμος
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις
(... ουχί μόνον λάθη τραγικά και χρέη).
Τους Άνεργους και τους Συνταξιούχους,
τον θυμωμένο Μισθωτό να φοβάσαι,
τέτοιους στον δρόμο σου πολλούς θα βρεις,
αν μεν' η σκέψις τους υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα τους ακόμ' αγγίζει
(... και δεν τους εκατάπιεν του καναπέ το κύτος,
της οθόνης τα βρωμερά, λιμνάζοντα νερά).
Τους Κερδοσκόπους και τους Δανειστάς,
τον άθλιο Εταίρο ασφαλώς και θα ξανασυναντήσεις,
αφού τους κουβανείς μες στο βρακί σου,
(... τους έκαμες του οράματός σου κηδεμόνας).
Να εύχεσαι νά 'ν' εύκολος ο δρόμος.
Άλλη φουρτούνα το καράβι δεν αντέχει
Πολλά ήσαν τα καλοκαιρινά πρωϊά
που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά
το πλήρωμα έμπαινε σε λιμένας πρωτοειδωμένους,
σταματούσε σ' εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες αποκτούσε,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ' έβενους,
και με ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
γέμιζε τα σεντούκια (... και τους τραπεζικούς λογαριασμούς).
Τώρα, σε πόλεις Ευρωπαϊκές πολλές να πας,
να ζητιανέψεις και να πάρεις απ' τους χορτασμένους.
Πάντα στον νου σου νά 'χεις την Ιθάκη (...όπως το πες).
Το φθάσιμον εκεί ειν' ο προορισμός σου
Αλλά μη μας βιάζεις άλλο στο ταξείδι (...φτάνει).
Το νου σου, επίσης, να 'χεις στο τιμόνι
μη και το πλοίο, αντί για την Ιθάκη
"εφνιδίως εξοκήλη ανοικτά των Αζορών,
που καταστρέφη νέους και θάπτη των κορών"
Καλλίτερα χρόνια πολλά να μη διαρκέσει το ταξείδι
γιατί γέρος πια όταν θ' αράξεις στο νησί,
άφραγκος, με όσα έχασες στο δρόμο,
άδικα θα προσμένεις να σε ξεχρεώσει η Ιθάκη.
Η Ιθάκη σ' έδωσε το δύσκολο ταξείδι.
Χωρίς αυτήν δεν θά 'βγαινες στη γύρα.
Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δε σε γέλασε
(...μάλλον εσύ εκείνην) κι άλλο δεν έχει να της τάξεις πια.
Έτσι σαχλός που έγινες, με τόση αναισθησία,
ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες (...κι οι Αζόρες) τι σημαίνουν.


Αφιερωμένο εξαιρετικά...

Δευτέρα 19 Απριλίου 2010

Σαν έτοιμη από καιρό...

...όσο προετοιμασμένος μπορεί να είναι κανείς απέναντι στο θάνατο... όπως και στη ζωή, άλλωστε. Θαρραλέα πάντως, ήταν σίγουρα ! Το απέδειξε τόσες και τόσες φορές με τη στάση και τις αποφάσεις της, τόσο στην καλλιτεχνική όσο και στην προσωπική της ζωή. Αποχαιρέτησε γενναία και με αξιοπρέπεια, αγαπημένους συγγενείς, συναδέλφους, έρωτες που κουράστηκαν πολύ πριν από εκείνη. Το καλοκαίρι του 2008, στα 90 της χρόνια, αποχαιρέτησε με μια βαθιά υπόκλιση το κοινό που τόσο τη λάτρεψε κι εκείνο της ανταπέδωσε το μεγάλο "ευχαριστώ" μ' ένα παρατεταμένο χειροκρότημα. Μολονότι αρχικά είχε αρνηθεί, λόγω υγείας, την πρόταση του Σταμάτη Κραουνάκη για τη συμμετοχή της στην παράσταση " Χ-Σκηνής - Αυτά που κάψαν το σανίδι", λίγες ημέρες μετά, εμφανίστηκε στην "Αθηναΐδα" όπου γίνονταν οι πρόβες και είπε στο συνθέτη: "Je suis a votre desposition..." Πάντα διαθέσιμη ν' ανέβη στη σκηνή, πάντα έτοιμη να μαγέψει τον κόσμο με το μοναδικό της ταλέντο και το μπρίο της. Σε μια εποχή σαν τη σημερινή, που ο χαρακτηρισμός "απόλυτη σταρ" συνοδεύει μετριότητες του πενταγράμμου και της οθόνης, η Άννα Καλουτά έκανε τη διαφορά, όπου κι αν εμφανιζόταν. Εκείνη που γνώρισε το μέγιστο θαυμασμό και τη δόξα σε βαθμό αποθέωσης, που εντούτοις χειρίστηκε με ήθος και σεμνότητα τις εκδηλώσεις λατρείας στο πρόσωπό της, δεν θα μπορούσε να μας αποχαιρετήσει αλλιώς, παρά μόνο μ' ένα γλυκό χαμόγελο ευγνωμοσύνης. Χορτασμένη από επιτυχία, πλήρης ημερών και αναμνήσεων, πέρασε στην αιωνιότητα με μια βαθειά υπόκλιση !
Ευτύχησε να παίξει ρόλους στο θέατρο και τον κινηματογράφο γραμμένους ειδικά για κείνη και να τραγουδήσει δεκάδες τραγούδια μεγάλων συνθετών, γραμμένα αποκλειστικά για τη φωνή της. Ένα, μάλιστα, από τα ωραιότερα τραγούδια όλων των εποχών, φημολογείται πως γράφτηκε για τα μάτια της, από τον στιχουργό Κώστα Κιούση, ένα απόγευμα στο γήπεδο του Παναθηναϊκού πίσω από το πακέτο των τσιγάρων του συνθέτη Μίμη Κατριβάνου...
"Δυο πράσινα μάτια
με μπλε βλεφαρίδες
με έχουνε κάνει τρελό
Καρδιά μου να ξέρεις
τα μάτια που είδες
πως δεν θα σου βγουν σε καλό.
Φοβάμαι ακόμα και να τους το πω
κι ας έχουν το χρώμα το πρασινωπό..."


Η καλλιτεχνική πορεία της, λίγο πολύ γνωστή... παραμυθένια και λαμπερή, σχεδόν από την κούνια της. Μαζί με την αδερφή της, τη Μαρίκα, έγιναν τα θρυλικά "Καλουτάκια" και συνδέθηκαν με τις σημαντικότερες στιγμές του μουσικού θεάτρου, βιώνοντας παράλληλα, τα κρισιμότερα γεγονότα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.
"Καλουτάκια" βάφτισε τις δυο πιτσιρίκες, μια άλλη Μαρίκα, η Κοτοπούλη... άλλη θρυλική μορφή του θεάτρου κι αυτή !
Το 1925 η Μαρίκα Κοτοπούλη αποφάσισε να ανεβάσει τη "Στοργή" του Μπατάιγ. Στο έργο υπήρχαν δύο μικροί ρόλοι κοριτσιών, που έπρεπε στην πιο δραματική σκηνή να πούνε δύο φράσεις. Πού να βρεθούν, όμως, δύο τόσο μικρά κοριτσάκια που να μπορούν να πούνε έστω δύο ατάκες; Η Κοτοπούλη έσπαγε το κεφάλι της, αλλά δεν έβρισκε. Τότε της ήρθε η φαεινή ιδέα! "Μα βέβαια! Πώς δεν το είχα σκεφτεί τόσες μέρες; Τα Καλουτάκια θα πάρω!" είπε.
Αυτή ήταν η μαγική στιγμή που γεννήθηκαν τα δύο παιδιά-θαύματα...
Ήδη από την εφηβεία τους, είχαν μεταμορφωθεί σε δύο πολύ γοητευτικές γυναίκες. Στην εξέλιξή τους αυτή συνέβαλε και ο θεατρικός επιχειρηματίας Ανδρέας Μακέδος, που τις κατηύθυνε να περάσουν από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση και να γίνουν οι πιο περιζήτητες ενζενί της εποχής.

Οι δυο τους, πρωτοπόρες πάντα, δεν περιορίστηκαν στα ελληνικά σύνορα, αλλά δοκίμασαν τις δυνάμεις τους και στο εξωτερικό. Τα πρώτα τους κοινά κινηματογραφικά βήματα πραγματοποιήθηκαν στην Αίγυπτο, που την εποχή εκείνη διέθετε αξιόλογες κινηματογραφικές εγκαταστάσεις, με άρτιο τεχνολογικό εξοπλισμό, εν αντιθέσει με τα ελληνικά δεδομένα. Έπαιξαν μαζί στις κωμωδίες του Τόγκο Μιζραχί "Δόκτορ Επαμεινόνδας" (1937), "Όταν ο σύζυγος ταξιδεύει" (1938) και "Καπετάν Σκορπιός" (1943). Ακολούθησαν περιοδείες σε Ευρώπη, Αμερική, Αυστραλία, Αφρική και Ν. Ζηλανδία, επιτυχημένες εμφανίσεις στο "Salle de Gaveau" του Παρισιού το 1950, σ' ένα μουσικό πρόγραμμα (...προσκεκλημένες ενός Έλληνα δημοσιογράφου) που μεταδόθηκε από το ραδιόφωνο του BBC το 1952, στο "Carnegie Hall" της Νέας Υόρκης το 1954, στο "Palace Theatre" του Λονδίνου το 1968...
Στον κινηματογράφο, τα "Καλουτάκια" έπαιξαν μαζί σε μιαν ακόμα ταινία, στο "Τσιγγάνικο αίμα" του Νίκου Τσιφόρου, το 1956.
Μολονότι, ως επί τω πλείστον, η πορεία των δυο αδερφών ήταν κοινή, δεν ήταν λίγες οι φορές που είχαν διαφωνίες και συγκρούσεις, με αποτέλεσμα ν' ακολουθήσουν για κάποια χρόνια χωριστά καλλιτεχνικά μονοπάτια. Η Μαρία Καλουτά ποτέ δεν έκρυψε το μεγάλο της έρωτα για τη ζωή. Μέσα από τις ερωτικές της περιπέτειες ρουφούσε το μέλι της ζωής και αναδείκνυε τον ασυμβίβαστο χαρακτήρα της. Από την άλλη πλευρά, η Άννα, αν και στη σκηνή ήταν πιο προκλητική από την αδερφή της, στα προσωπικά της διατηρούσε μια άλλη στάση, πιο συμβιβασμένη με τα ήθη της εποχής. Η Άννα Καλουτά κατέθεσε όλη της τη ζωή στο θέατρο, "θυσιάζοντας" έτσι, κατά κάποιον τρόπο, τις οικογενειακές μικροχαρές της καθημερινότητας, αφού επέλεξε να μη δημιουργήσει οικογένεια. Δεν παντρεύτηκε ποτέ και δεν απέκτησε παιδιά. Για κείνη, ο μεγάλος έρωτας ήταν το θέατρο και τα παιδιά της οι ρόλοι της, αν και δεν αρνήθηκε ποτέ το φλογερό ειδύλλιο της με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα. Στο πρόσωπό του η Άννα Καλουτά συνάντησε το μεγάλο έρωτα...
Εκείνη ντίβα του ελληνικού θεάτρου, εκείνος νεαρός ηθοποιός που είχε κάνει θεατρικές επιτυχίες στο Παρίσι και απίστευτα γοητευτικός. Η αρχή έγινε κάπως αντίξοα, μιας και οι δυο τους κοντράρονταν έντονα και μάλωναν διαρκώς. Ο έρωτας, όμως, είχε άλλα σχέδια για τους δύο νέους. "Όταν με άγγιζε, ενώ δεν ήθελα, με έπιανε ένα παράξενο ρίγος, πρωτόγνωρο θα έλεγα. Στη σκηνή κάθε βράδυ φιλιόμαστε. Παράλληλα, γυρίζαμε τότε και τους "Απάχηδες των Αθηνών" στον κινηματογράφο. Εκεί με πρωτοφίλησε με πάθος, τόσο που δεν ξεκόλλαγε τα χείλη του από τα δικά μου στην πρόβα της σκηνής, λίγο πριν από το γύρισμα. Το ξέρεις πως φιλάς ωραία, Αννούλα; μου είπε! Κι εσύ φιλάς ωραία, Λάμπρο μου, του απάντησα. Αυτό ήταν! Από την άλλη μέρα και στην καθιερωμένη σκηνή του έργου φιλιόμασταν κανονικά. Ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος".
Όταν, το 1951, ο Αλέκος Σακελλάριος παρουσίασε στο Φίνο το σενάριο της ταινίας του "Εκείνες που δεν πρέπει ν' αγαπούν", έχοντας στο μυαλό του για πρωταγωνίστρια την νεαρή -και πρωτοεμφανιζόμενη τότε στο θέατρο- Ειρήνη Παππά, εκείνος -γνωρίζοντας προφανώς και το ειδύλλιο του Κωνσταντάρα με την Καλουτά- αντέδρασε αρνητικά και αντιπρότεινε τη γνωστή πρωταγωνίστρια, που όπως ήταν φυσικό, δέχτηκε να παίξει στην ταινία, πλάι στον αγαπημένο της...

Ακολούθησαν αρκετές "μοναχικές" εμφανίσεις της Άννας Καλουτά, τόσο στον κινηματογράφο όσο και στο θέατρο. Ο οριστικός καλλιτεχνικός χωρισμός του δημοφιλούς ντουέτου ήρθε το 1967, όταν η Μαρία αποφάσισε να παντρευτεί τον Δημήτρη Κωνσταντόπουλο -μόνιμο νομικό σύμβουλο στο Δήμο Αθηναίων- και να αφοσιωθεί στην οικογένεια...
"Φυσικά, όταν μου το ανακοίνωσαν σοκαρίστηκα. Κι αυτό γιατί δεν μου το είπε πρώτη η Μαρία, αλλά ο άντρας της. Ένα βράδυ, μετά το θέατρο, τρώγαμε κάπου, εγώ, η Μαρία, ο άντρας της, ο Ανδρέας και ο Γιώργος Βέμπος (αδερφοί της Σοφίας Βέμπο). Σήκωσε τότε το ποτήρι του ο Δημήτρης και είπε: Στην υγειά της Μαρίας μου, που από σήμερα εγκαταλείπει το θέατρο. Δεν θα ξαναπαίξει. Εγώ στην αρχή νόμισα ότι έκανε χιούμορ. Όμως ήταν αλήθεια...".
Η Άννα Καλουτά συνέχισε τη θεατρική της πορεία, χτίζοντας ένα μύθο αξεπέραστο στον καλλιτεχνικό χώρο. Έπειτα από μεγάλες καλλιτεχνικές κατακτήσεις, η τελευταία εμφάνιση του ιστορικού διδύμου έγινε το 1976, όταν η κρατική τηλεόραση θέλησε να γυρίσει μια εκπομπή αφιερωμένη σε εκείνες. Η εκπομπή με τον τίτλο "Τιμητικές" προβλήθηκε από την ΕΡΤ στις 22 Νοεμβρίου του 1976 και δυστυχώς -όπως συμβαίνει για πάρα πολλά ντοκουμέντα- δεν υπάρχει πλέον στο αρχείο του κρατικού καναλιού, αφού σβήστηκε για να γραφτεί επάνω της κάποιο άλλο πρόγραμμα. Μετά το θάνατο του Δημήτρη Κωνσταντόπουλου, οι δυο αδερφές αποφάσισαν να μείνουν μαζί και να μην ξαναχωρίσουν ποτέ, μέχρι που η Μαρία έφυγε από τη ζωή, έπειτα από πολύχρονη ταλαιπωρία της υγείας της...
"Το θρυλικό ντουέτο μας, αισθάνομαι πως τότε διαλύθηκε και όχι όταν η Μαρία εγκατέλειψε το θέατρο. Εγώ, αν και είχα πολλές δραστηριότητες, ζούσα ακόμη μαζί της τα χρόνια εκείνα που τα Καλουτάκια μεσουρανούσαν. Ζούσαμε πλέον με τις αναμνήσεις των χρόνων που είχαν περάσει. Με τις επιτυχίες μας, τα ταξίδια μας, τους έρωτές μας. Μιλούσαμε με τη Μαρία για όλα. Κι εκείνη θυμόταν καλύτερα από μένα. Λεπτομέρειες, όχι αστεία! Μέχρι τη στιγμή που η αρρώστια της πήρε τη μνήμη. Τώρα πια, όταν τα βράδια πέφτω να κοιμηθώ, αισθάνομαι την απουσία της. Η μέρα κυλάει με χίλιους δύο τρόπους και χίλιες δύο δραστηριότητες. Τη νύχτα όμως, η ζωή μου περνάει από μπροστά μου σαν κινηματογραφική ταινία..."
Το φιλμ των αναμνήσεων κόπηκε πια οριστικά και για την Άννα Καλουτά, το Σάββατο που μας πέρασε, στις 17 του Απρίλη. Από δω και πέρα, ας ελπίσουμε πως θ' αναλάβουν το... μοντάζ άξιοι ερευνητές, συγγραφείς-βιογράφοι κι επιμελητές του σημαντικότατου έργου της, ώστε να μεταλαμπαδεύσουν λίγη έστω από τη φλόγα της στους νεότερους.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Οι παράγραφοι με έντονη γραμματοσειρά προέρχονται από το βιβλίο "Η κυρία Επιθεώρηση" του Μάκη Δελαπόρτα.
Εκτενές και πληρέστερο αφιέρωμα μπορείτε να διαβάσετε στο ιστολόγιο του φίλτατου Rena Fan.