Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2012

ΤΑ ΜΠΑΝΙΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ, ΚΑΡΕ-ΚΑΡΕ (...το σίκουελ)

Η φτώχεια θέλει καλοπέραση και το Ελληνικό σινεμά, παρουσίαζε και τα δυο με τρόπο μοναδικό ! Όπου φτώχεια σκέτη, ετοιμαστείτε για μελόδραμα. Κεντρικός άξονας, η επιπόλαιη και επιφανειακή λογική της πόλης, που εισχωρεί και διαβρώνει την υποτιθέμενη αθωότητα της επαρχίας. Πρωταγωνιστής είναι συνήθως κάποιος πλούσιος, που πηγαίνει διακοπές σ' ένα νησί και εκεί ξελογιάζει φτωχό άβγαλτο κορίτσι, για να το εγκαταλείψει στη συνέχεια. Όπου, τώρα, η φτώχεια συνοδεύεται από καλοπέραση, αναμείνατε κωμωδία ή μιούζικαλ, με πολύ χορό και τραγούδι ! Εδώ, τα φτωχά πλην τίμια κορίτσια, διατηρούν μεν την αθωότητά τους, αλλά για να 'χει κάποιο ενδιαφέρον η κωμωδία, τη διανθίζουν με μπόλικη τρέλα ! Κλασικό εύρημα της περιόδου, οι φτωχοί που προσποιούνται τους πλούσιους (...και τούμπλαλιν) για να πετύχουν το σκοπό τους και βέβαια, οι εξελίξεις ανατρέπουν τη ζωή τους...

Στην ταινία του Ανδρέα Λαμπρινού "Διακοπές στην Αίγινα" (1958), ο πλούσιος που παριστάνει το φτωχό είναι ο Ζαν (Ανδρέας Μπάρκουλης) κι η τουρίστρια που θα πέσει στην αγκαλιά του, είναι η Αλίκη (Βουγιουκλάκη), η οποία καταφθάνει στο νησί με το δημοσιογράφο πατέρα της (Λάμπρο Κωνσταντάρα), έναν πατέρα πολύ μοντέρνο για την εποχή, που δεν κρύβει από την κόρη του τις προθέσεις του για φλερτ και τις ερωτικές περιπέτειές του! 
  



 Πολλές ερωτικές περιπέτειες, άθελά του όμως και στον Πόρο αυτή τη φορά, θα έχει κι ο φτωχός ληξίαρχος σε άδεια, Στέφανος Αυγερινός (Θανάσης Βέγγος), στην ταινία "Τύφλα να 'χει ο Μάρλον Μπράντο" (1963) του Ορέστη Λάσκου. Η συνωνυμία του με τον ποιητή (...τον υποδύεται ο Κώστας Κακκαβάς), θα τον κάνει για λίγο, έναν ακαταμάχητο εραστή, που στο άκουσμα και μόνο του ονόματός του, τα κορίτσια τρελαίνονται και σε κάθε του βήμα, σύσσωμος ο γυναικείος πληθυσμός του φημισμένου ξενοδοχείου "Χρυσή Αυγή", είναι έτοιμος να πέσει στα πόδια του! 

 Το πιο γλυκό "Τρελοκόριτσο" του ελληνικού κινηματογράφου είναι αδιαμφισβήτητα η Τζένη Καρέζη και στην ομότιτλη ταινία του Ντίμη Δαδίρα, το σενάριο Γιάννη Δαλιανίδη την θέλει φτωχή και καταφερτζού, αφού πείθει τον πλούσιο εργοδότη της (Λάμπρο Κωνσταντάρα) να παίξει το ρόλο του πατέρα της, για να κερδίσει την καρδιά του Αλέκου (Κώστα Κακκαβά), που τυγχάνει πλουσιόπαιδο των βορείων προαστίων. Στο πρώτο τους ραντεβού, εκεί που παίζουν ανέμελα στην παραλία της Βουλιαγμένης, θα πέσουν πάνω σ' έναν παλιό γνωστό της (Δήμο Σταρένιο), που την ήθελε... για υπάλληλο, μη νομίζετε... 


Το ίδιο δημιουργικό δίδυμο στο σενάριο και στη σκηνοθεσία, θα μας συστήσει την επόμενη χρονιά (...μιλάμε για το 1959) ένα εξίσου θεότρελο "Αγοροκόριτσο", την Αλέκα (Άννα Φόνσου), που παραθερίζει με την ξαδέλφη της στην Αίγινα και νιώθει τα πρώτα της ερωτικά σκιρτήματα για έναν νεαρό φοιτητή της Ιατρικής (Αλέκο Αλεξανδράκη) με τον οποίο, όμως, φλερτάρει η ξαδέλφη της. Η Αλέκα είναι ένα ζωηρό κι ατίθασο πλάσμα, που δεν ξέρει πώς να χειριστεί αυτό που αισθάνεται. Όταν θα συναντηθεί τυχαία στην ακρογιαλιά με το Δημήτρη, θα του ζητήσει να της μάθει να ρίχνει πέτρες με σφεντόνα !! Το όλο πράγμα μοιάζει αταίριαστο, καθώς εκείνον δεν τον συγκινούν τα κακομαθημένα αγοροκόριτσα, αλλά οι ωραίες και σοβαρές γυναίκες κι εκείνη απέχει πολύ απ' αυτό που θα μπορούσε να τον γοητεύσει... ή μήπως όχι ? 

Στην κατηγορία "τρελοκόριτσα" ανήκει και η Μαριάννα (Νίκη Λινάρδου), η "τρελοκαμπέρω" αδερφή του Σπύρου (Γιάννη Γκιωνάκη) στην ταινία "Η αδερφή μου θέλει ξύλο" (1966) σε σκηνοθεσία Κώστα Λυχναρά και σενάριο των Αλέκου Σακελλάριου και Χρίστου Γιαννακόπουλου. Δεν καταδέχεται το Μανώλη (Χάρη Παναγιώτου), το φτωχό παλικάρι που την αγαπά πραγματικά, αλλά μεγαλοπιάνεται, νομίζοντας πως οι γνωριμίες με πλούσιους κυρίους θα τη βοηθήσουν να γίνει σταρ του κινηματογράφου, με το αζημίωτο. Ένας απ' αυτούς, μάλιστα, είναι και ο εργοδότης του αδερφού της (... τον υποδύεται ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος), ο οποίος έχει τη φήμη μεγάλου γυναικά κι όπως είναι φυσικό, θα κάνει τα πάντα για να την εντυπωσιάσει και να την κατακτήσει. Γι αρχή, θα την προσκαλέσει σε κρουαζιέρα στον Αργοσαρωνικό, όπου η Μαριάννα θα καταπλήξει τους πάντες, χορεύοντας χασάπικο στο κατάστρωμα του πλοιαρίου, λίγο πριν φθάσουν στην Αίγινα... 

Κατά την δεκαετία του '60, που πολλοί την θεωρούν ως τη "χρυσή περίοδο" του ελληνικού κινηματογράφου, οι εγχώριες παραγωγές, όπως και οι έμπειροι κολυμβητές, αρχίζουν σταδιακά να ξανοίγονται σε πιο απομακρυσμένες περιοχές του Αιγαίου και του Ιονίου και ν' αφήνουν για λίγο τις παραλίες της Αττικής και τα νησιά του Αργοσαρωνικού. Σε μερικές απ' αυτές, η τοποθεσία μπαίνει και στον τίτλο της ταινίας, μάλλον για τουριστικούς λόγους... 

Απ' τους πρώτους που θα επιλέξουν για γυρίσματα το νησί της Ρόδου, είναι ο Γιάννης Δαλιανίδης, με τους πρωταγωνιστές της ταινίας "Κρουαζιέρα στη Ρόδο" (1960) κι ο Ορέστης Λάσκος, με τους  Σμαρούλα Γιούλη, Ντέπη Μαρτίνη, Κώστα Κούρτη, Βαγγέλη Βουλγαρίδη, Ρίτα Μουσούρη, Κώστα Πρέκα, Ζωζώ Σαπουντζάκη και Δημήτρη Νικολαΐδη, για τις "Νύχτες στο Μιραμάρε", το φημισμένο, υπερπολυτελές ξενοδοχείο του νησιού... 

Στα "Σκάνδαλα στο νησί του έρωτα" (1963) του Ντίμη Δαδίρα, το εν λόγω νησί, όπου συμβαίνουν οι ερωτικές παρεξηγήσεις, είναι η Κέρκυρα. Εκεί καταφθάνει για διακοπές η πτωχή ξενοδοχοϋπάλληλος Μίνα (Γκιζέλα Ντάλι), προσποιούμενη την κόρη του εφοπλιστή Βεργή (Διονύση Παπαγιαννόπουλου) κι ερωτεύεται τον Τζίμη (Λευτέρη Βουρνά), γόνο εύπορης οικογένειας του νησιού, που όμως της παρουσιάζεται ως πτωχός εργαζόμενος. Στην ταινία περιλαμβάνεται και μία σειρά από εντυπωσιακά πλάνα κρουαζιερόπλοιων. Είναι η περίοδος που αρχίζει η λειτουργία των ναυτιλιακών γραμμών προς την Ιταλία... 

Το τέχνασμα της "διπλής ταυτότητας" θα φτάσει στο απόγειο της δόξας του στην ταινία του Ντίμη Δαδήρα "Ραντεβού στην Κέρκυρα" (1960). Εκεί, ο γνωστός καρδιοκατακτητής δικηγόρος, Ανδρέας Λαμπρινός (Αλέκος Αλεξανδράκης) θα συνταξιδέψει με τη Τζένη Καρέζη, που του έχει συστηθεί ως Μίρκα, πτωχή και λίαν ενοχλητική ρεσεψιονίστ στο ξενοδοχείο που διευθύνει η μητέρα του (Ελένη Χαλκούση), ενώ σε κάποια παραλία του νησιού θα τη συναντήσει και ως Ντιάνα, γοητευτική και ολίγον σνομπ, κόρη του ζάμπλουτου ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου (...τον υποδύεται ο Λυκούργος Καλλέργης). Το σχέδιο της Ντιάνας, αρχικά τουλάχιστον, φαίνεται πως αποδίδει... ο Ανδρέας "βρίσκει το μάστορά του", που λέμε. Αργά ή γρήγορα, όμως, ανακαλύπτει το παιχνίδι που παίζεται πίσω απ' την πλάτη του κι αποφασίζει να βάλει τους δικούς του κανόνες...

 

Στην Κέρκυρα θα καταφθάσει κι ο Αγησίλαος Ωνάσης (Κώστας Βουτσάς), που η συνωνυμία του με το διάσημο δισεκατομμυριούχο θα τον βάλει σε περιπέτειες, αφού για τις ανάγκες της ταινίας των Καραγιάννη-Λαζαρίδη, αυτός είναι "Ένας άφραγκος Ωνάσης" (1969). Μια λανθασμένη ιατρική διάγνωση, πως δήθεν πάσχει από μια σοβαρή αρρώστια και πρόκειται σύντομα να πεθάνει, θα τον κάνει να "σηκώσει" όλες του τις οικονομίες, για να περάσει τις τελευταίες μέρες της ζωής του σαν πραγματικός Ωνάσης σ' ένα απ' τα πολυτελέστερα ξενοδοχεία του νησιού, όπου και θα πέσει θύμα της γυναίκας των ονείρων του, την οποία ενσαρκώνει η Μέμα Σταθοπούλου... 


Τη Μέμα Σταθοπούλου θα την ξαναδούμε στις ακρογιαλιές της Κέρκυρας, αλλά κι απέναντι, στην πανέμορφη Πάργα, στα τέλη της δεκαετίας του '60, παρέα με τις Ελένη Ανουσάκη, Νίκη Τριανταφυλλίδη και Βίλμα Κύρου και τους Αλέκο Αλεξανδράκη, Γιάννης Φέρτη, Νικηφόρο Νανέρη και Βαγγέλη Βουλγαρίδη, στην ανάλαφρη μουσική κωμωδία του Κώστα Ασημακόπουλου "Το Νυφοπάζαρο". Η ταινία δεν έκανε μεγάλη επιτυχία στις κινηματογραφικές αίθουσες (... ή τουλάχιστον όχι όση έκαναν άλλες, ανάλογου ύφους και θέματος κι οπωσδήποτε όχι αυτήν που θα περίμενε κανείς με τέτοιο καστ), ωστόσο η μουσική και τα τραγούδια του Γιάννη Σπανού ακούστηκαν αρκετά την εποχή της άνθισης του "νέου κύματος", κάποια τραγούδια δε, συμπεριλήφθηκαν σε προσωπικούς δίσκους του συνθέτη κι έγιναν γνωστά μέσ' από επανεκτελέσεις...

Οι νέοι της εποχής ονειρεύονται μια καλύτερη ζωή, απολαμβάνουν την απέραντη θάλασσα κι αναζητούν τις χαρές που απλόχερα προσφέρει η ελληνική ύπαιθρος... Φτώχεια και καλή καρδιά ! Τι κι αν δεν υπάρχει μια, "όσο έχουμε τα νιάτα, μένουμε πάντα παιδιά", όπως διατείνονται χορεύοντας με μπρίο στις πλαζ οι πρωταγωνιστές και στα, πετυχημένα εμπορικά, μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη, όπως τα "Ραντεβού στον αέρα" (1966), "Κορίτσια για Φίλημα" (1965), "Μερικοί το προτιμούν κρύο" (1963), παραφράζοντας το αμερικάνικο μιούζικαλ " Some like it hot", του Μπίλυ Γουάϊλντερ με τη Μέρυλιν Μονρόε, "Κάτι να καίει" (1963) και τόσα άλλα... 

Μπορεί ο Φώτης Μεταξόπουλος κι ο Βαγγέλης Σειληνός να μη θύμιζαν σε τίποτα τους συναδέλφους τους Φρεντ Αστέρ και Τζιν Κέλλυ στις κλακέτες και στα σουίνγκ, αλλά τα κατάφερναν μια χαρά στο χασάπικο και στο ζεϊμπέκικο...
Ποιος μπορεί να ξεχάσει, το ζεϊμπέκικο του φτωχού ψαρά (Βαγγέλη Σειλινού) που ερωτεύεται την πλούσια επιχειρηματία (Μαίρη Χρονοπούλου), η οποία έρχεται στο νησί του για ν' αγοράσει οικόπεδα, στην ταινία "Γοργόνες και μάγκες"(1968), αλλά και τον δικής του επινόησης χορό "σείλι-σείλι", στο χαρούμενο μουσικό μοτίβο του Κώστα Κλάβα, που η μεγάλη παρέα χόρευε στα γρασίδια, στις προβλήτες, στους δρόμους και στις αμμουδιές και που σύσσωμο το καστ της ταινίας "Μικροί και μεγάλοι εν δράσει" (Μαίρη Αρώνη, Λάμπρος Κωνσταντάρας, Βασίλης Αυλωνίτης, Βιβέτα Τσιούνη, Γιώργος Πάντζας και Ελένη Ανουσάκη) στο φινάλε της ταινίας, θα το χορέψει ως και στην ταράτσα του "Ξενία" στο Λαγονήσι...

Γενικά, η δεκαετία του 60, κύλισε με χορούς και τραγούδια, πάνω στην άμμο και στα βοτσαλάκια και με πανέμορφα, ζουμερά "κορίτσια με ωραία μαγιό" (Ζωή Λάσκαρη, Μάρθα Καραγιάννη, Χλόη Λιάσκου, Ελένη Προκοπίου κ.α.) και ψάθινα καπέλα, που μόλις έβλεπαν θάλασσα, λες και κάτι τις έπιανε κι αρχινούσαν τις γυμναστικές επιδείξεις. Από κοντά και το απολαυστικό τρίο Ρένα Βλαχοπούλου, Ντίνος Ηλιόπουλος και Κώστας Βουτσάς, να δίνουν το κάτι παραπάνω στις κατά τ' άλλα εύπεπτες ταινίες της εποχής...

Η "Κόμησσα της Κέρκυρας" Ρένα Βλαχοπούλου, δεν έκανε γυρίσματα μόνο στο νησί της. Ως καταπληκτικό μέντιουμ Μπιμπίδου στο "Μια Ελληνίδα στο χαρέμι" (1971) θ' ακολουθήσει τ' αδέρφια της (Χρόνη Εξαρχάκο και Βαγγέλη Σειληνό) στη Ρόδο, με σκοπό "να τα οικονομήσουν", ενώ στο "Η θεία μου η χίπισσα" (1970) του Σακελλάριου, με πρόσχημα την αναζήτηση της ανιψιάς της μεταξύ των δεκάδων χίπηδων που ήταν η παρέα της - από τους οποίους ξεχώριζε ο πρόσφατα εκλιπών Βασίλης Τσιβιλίκας - θα περάσει σχεδόν από όλα τα Ελληνικά νησιά, για να καταλήξει στα Μάταλα της Κρήτης, γνωστό θέρετρο των παιδιών των λουλουδιών, αλλά και των γυμνιστών της εποχής...

Ως καλοστεκούμενη χήρα και εργοστασιάρχη, που προσπαθεί απεγνωσμένα να ξαναφτιάξει τη ζωή της κι ενθουσιάζεται με τους λάθος άνδρες, στο "Ζητείται επειγόντως γαμπρός" (1971) του Αλέκου Σακελλάριου, θα τη δούμε να δέχεται τις περιποιήσεις του νεαρού Παύλου Λιάρου, μετά από μια αποτυχημένη προσπάθεια να μάθει θαλάσσιο σκι, σε κάποιο γραφικό λιμανάκι της Αττικής... 

Τέλος, ως φτωχή μοδίστρα, Πελαγία από τη Νέα Φιλαδέλφεια, μεταμορφωμένη σε μαντάμ Πελαζί, σχεδιάστρια μόδας εκ Παρισίων, στην ταινία "Η Παριζιάνα" (1969) του Γιάννη Δαλιανίδη, "θα πάει για να θερίσει παρά κι όχι για να παραθερίσει", στο κοσμικό (από τότε) νησί της Μυκόνου... 


Εκεί, σε μια από τις πολυσύχναστες πλαζ του νησιού, ο Κώστας Καρράς, θα μας μάθει και τι εστί ... Greek kamaki, πλησιάζοντας τις τουρίστριες, έχοντας στο φορητό μαγνητοφωνάκι του, την επαναλαμβανόμενη, "γκομενοριχτική" φράση "You are beautiful, I love you"... 








Το δημοφιλές σπορ, σε διαφορετικές εκδοχές, έχει την τιμητική του στις μεγάλες πισίνες των ξενοδοχειακών συγκροτημάτων και στις παραλίες των Ελληνικών... ταινιών. Από τη Ρόδο ως το Λουτράκι κι από την Κέρκυρα ως την Κω, το καλοκαιρινό φλερτ γνωρίζει πιένες !  








Άλλοτε ρομαντικό και αφελές, όπως του Ανδρέα (Ντούζου) στην πανέμορφη Τζένη (Ζωή Λάσκαρη), στο "Κορίτσια για Φίλημα" (1965), άλλοτε αδέξιο, αλλά χαριτωμένο, όπως του Θάνου (Φαίδωνα Γεωργίτση) στη γοητευτική Τζένη (Μπέτη Αρβανίτη)...  










Κι άλλοτε άχαρο, αλλά σπαρταριστό κι εν τέλει, επιτυχημένο, όπως του Ιάκωβου (Κώστα Βουτσά) στην Πέπη "...αιώνια δική σου" (Μάρθα Καραγιάννη), υπό το άγρυπνο βλέμμα της Πολίτισσας μητέρας του (της απολαυστικής Μάιρης Μεταξά) στο "Νύχτα Γάμου" (1967)... 



Πρόθυμα το μαθαίνουν και οι ξένοι που επισκέπτονται την Ελλάδα ως τουρίστες. Βέβαια, δεν είναι το ίδιο γρήγοροι, αλλά είναι επίμονοι και εν τέλει, αποτελεσματικοί... 






Ο κατάξανθος Γερμανός πρίγκιπας (Τόμας Φρίτς), που βρίσκεται incognito στην Αθήνα ως απλός τουρίστας, κυνηγάει απ' άκρου εις άκρον στην Ελλάδα, την πανέμορφη ξεναγό (Έλενα Ναθαναήλ) που του έκλεψε την καρδιά, καθ'  όλη τη διάρκεια της ταινίας "Επιχείρησις Απόλλων" (1968), του Γιώργου Σκαλενάκη, που μοιάζει με διαφημιστική καμπάνια του ΕΟΤ... 

 
Μια πιο επιτηδευμένη μέθοδο ερωτικής προσέγγισης, θα δοκιμάσει ο Γιώργος Πάντζας στην ταινία "Ερωτικά παιχνίδια", που σκηνοθέτησε το 1960 ο Γιώργος Θεοδοσιάδης, πάνω σε σενάριο του Ναπολέοντος Ελευθερίου. Για τις ανάγκες των πρώτων κιόλας πλάνων της ταινίας, ο Θεοδοσιάδης θα χρησιμοποιήσει τις εγκαταστάσεις του κολυμβητηρίου του Μετς, στο κέντρο της Αθήνας... έτσι μαθαίνουμε και οι νεότεροι, ότι τουλάχιστον από τα τέλη της δεκαετίας του '50, κατά τους θερινούς μήνες, η πισίνα του κολυμβητηρίου παρέμενε ανοιχτή για το θερμόπληκτο κοινό του άστεος! 

Εκεί, λοιπόν, ο νεαρός φοιτητής Αλέκος θα μάθει πως η χαριτόβρυτος νεαρά Τζένη (Μίρκα Καλατζοπούλου), που θα τον εντυπωσιάσει άμα τη εμφανίσει της στην πισίνα, βρίσκει τ' αγόρια της ηλικίας της ανώριμα και σαχλά και προτιμά τους σοβαρούς, μεγαλύτερους άνδρες. Έτσι, αποφασίζει ν' αλλάξει παρουσιαστικό, για να την πλησιάσει. Με τη βοήθεια του μακιγιάζ, αποκτά "γκρίζους κροτάφους" κι όπως είναι φυσικό, κατορθώνει να τη συγκινήσει. Τα πράγματα, όμως, σοβαρεύουν, γι αυτό και πρέπει να εξοβελίσει τον ψεύτικο εαυτό που δημιούργησε και να την ξανακερδίσει, ως συνομήλικός της. Τελικά, θα τα καταφέρει κατά τη διάρκεια μιας εκδρομής στην Αίγινα, παρόλο που το ζευγάρι βρίσκεται σε συνεχή παρακολούθηση από τον ταλαίπωρο Θανασάκη (Γιάννη Γκιωνάκη) ... 
  
Το κόρτε παρά θιν' αλός δίνει και παίρνει και στην ταινία του Ορέστη Λάσκου "Τρίτη και 13" (1963), όπου ο προληπτικός εργολάβος Κοσμάς (Νίκος Σταυρίδης) καταφθάνει για Κυριακάτικο μπάνιο, συν γυναιξί και "γουρίου". Ο γουρλής, δεν είναι άλλος από τον πειναλέο παλιό του συμμαθητή, Σωτήρη Μπερκέτη (Γιάννη Γκιωνάκη), που γνωρίζοντας την αδυναμία του Κοσμά, θα εισβάλει κυριολεκτικά στη ζωή του, για να τον εκμεταλλευτεί ποικιλοτρόπως, μιας κι ο Κοσμάς δεν του χαλάει χατίρι κι εκτελεί κάθε του επιθυμία, προκειμένου να τον κρατά κοντά του. Μια εκ των επιθυμιών ήταν και το μπάνιο στο Λαγονήσι, όπου ο αδίστακτος Σωτήρης θα ριχτεί ακόμα και στην Πόπη (Μπεάτα Ασημακοπούλου), τη γυναίκα του ευεργέτη του, χωρίς βέβαια, το αναμενόμενο αποτέλεσμα, αφού η Πόπη τον απεχθάνεται σφόδρα... 

 Στην προσπάθειά της ν' απαλλαγεί απ' το Σωτήρη, που τον θεωρεί απατεώνα, θα συζητήσει το πρόβλημα με τη φίλη της τη Νανά (Πόπη Λάζου) αποκαλύπτοντάς της, μάλιστα, το μυστικό "χάρισμά" του. Λίαν προληπτική και η ίδια, όμως, θα θελήσει να "δανειστεί" το γούρι, έτσι "το νερό στο μύλο" της παρεξήγησης δε θ' αργήσει να πέσει... 
 Έναν εναλλακτικό τρόπο προσέγγισης του γυναικείου φύλου, λανσάρισε ο Λάμπρος Κωσταντάρας στα μέσα της δεκαετίας του '60 και στις αρχές της επόμενης. Τη δεκαετία του '70, την τιμητική τους έχουν τα ανά την επικράτεια ξενοδοχειακά συγκροτήματα "Ξενία" και ο Κωνσταντάρας, πότε υποδυόμενος τον εφοπλιστή και πότε τον πάμπλουτο επιχειρηματία [...όπως για παράδειγμα, στις ταινίες του Κώστα Καραγιάννη "Κρίμα το μπόι σου" (1970) και "Ο τρελοπενηντάρης" (1971)] μας ξεναγεί στις μοντέρνες εγκαταστάσεις των "Ξενία" (Λαγονήσι, Ρόδος, Κέρκυρα) και και στις νεόδμητες καμπάνες του "Hydra Beach", εκεί που σήμερα βρίσκεται το "Πόρτο-Ύδρα"... 
Στην ταινία "Κάτι κουρασμένα Παλικάρια" (1967), του Ντίνου Δημόπουλου, με το σπαρταριστό σενάριο των Ασημάκη Γιαλαμά και Κώστα Πρετεντέρη, ο "μπον βιβέρ" του Ελληνικού σινεμά, δεν χρειαζόταν ν' ανοίξει καν το στόμα του. Έφτανε μόνο να κάνει μερικές ασκήσεις σουηδικής γυμναστικής ως προθέρμανση, πριν βουτήξει από το βατήρα των δέκα μέτρων, στη μοντέρνα πισίνα ενός, ας το πούμε, προπομπού του Grant Resort στο Λαγονήσι και τα θηλυκά έπεφταν κάτω ξερά... απ' τα γέλια, όπως κι οι θεατές... 

Άφθονο γέλιο, χαρίζει κι ο Θανάσης Βέγγος ως Παναής, όταν βρίσκει την πλούσια νύφη που αναζητούσε (..."σαν φάρμακο κατά της αδεκαρίας") στο πρόσωπο της Αθηνάς Μερτήρη, σε κάποια παραλία της Χαλκίδας, στην ταινία του Ορέστη Λάσκου "Μην είδατε τον Παναή ?" (1962)... 

 αλλά και ως " Θου-Βου, φαλακρός πράκτωρ" (1969), όταν ψάχνει να βρει... κάτι, στην πλαζ της Βάρκιζας, έχοντας σαν μοναδικό στοιχείο, ένα σημείωμα με τη φράση "ΓΥΝΑΙΚΑ - ΜΠΙΚΙΝΙ - ΤΡΑΓΙΚΟ"...  


Γέλιο αβίαστο, μέσα από ευφυείς ατάκες κι αξέχαστες ερμηνείες, μας προσφέρουν κι οι κωμωδίες "Ο Κλέαρχος η Μαρίνα και ο Κοντός" (1960) και "Οι γαμπροί της Ευτυχίας" (1962), με το ίδιο, πάνω-κάτω, επιτελείο πρωταγωνιστών (Γεωργία Βασιλειάδου, Βασίλη Αυλωνίτη, Νίκο Ρίζο, Έλσα Ρίζου, Πόπη Λάζου, Γιώργο Τσιτσόπουλο)... 
Εμ, σενάρια του Νίκου Τσιφόρου είναι και τα δυο ! Το πρώτο φέρνει την οικογένεια Ταρνιάτη στην Ύδρα, απ' την οποία η Ευτυχία (Βασιλειάδου), η μεγάλη αδερφή του Βαγγέλη (Αυλωνίτη) έχει πολλές αναμνήσεις, καθώς εκεί γνώρισε τον πρώτο και μοναδικό έρωτα της ζωής της. Από τότε, βέβαια, έχουν περάσει αρκετά χρόνια κι η Ευτυχία είναι ολίγον μεγάλη... "ε, δεν είναι και σαν την Πελοπόννησο"... ελαφρώς σιτεμένη, που λέμε... μια γυναίκα ώριμη, ψημένη... "λίγο καμένη στις άκρες", αλλά δε βαριέσαι. Άλλωστε υπάρχει κληρονομιά στη μέση...

Το σενάριο της δεύτερης, θέλει τη Βασιλειάδου και τον Αυλωνίτη ανδρόγυνο και το Νίκο Ρίζο γαμπρό τους. Ο Κλέαρχος, λοιπόν, που είναι ολίγον μπερμπάντης, πείθει το γαμπρό του το Μάχο (Νίκο Ρίζο) να πάνε για ιαματικά λουτρά στα Καμένα Βούρλα, χωρίς τις συζύγους τους (...Βασιλειάδου και Ρίζου αντίστοιχα). Μακριά -όπως νομίζει- απ' την αυταρχική πεθερά του, ο πιστός κι αφοσιωμένος στη γυναίκα του Μάχος, θα το ρίξει στη "ντόλτσε βίτα"...  
 
Η σκηνή, στην οποία βρίσκεται μεθυσμένος στην παραλία και τα κάνει λίμπα, φωνάζοντας "Εγώ τώρα, σκίζω γάτες... εγώ τώρα, σκίζω Μαρίνες... Φέρτε μου τη Μαρίνα να τη σκίσω !"  και παρουσιάζεται από πίσω του η Βασιλειάδου με τα χέρια στη μέση, είναι χαρακτηριστική... 

Στη θάλασσα, οι πρωταγωνιστές του Ελληνικού κινηματογράφου, έχουν κάνει τα πάντα! Η Μάρω Κοντού βρέθηκε λαθρεπιβάτης στο ψυγείο ενός πλοίου, ο Κώστας Βουτσάς απέκτησε κότερο, ο Βαγγέλης Βουλγαρίδης μώλωπες από υποβρύχιες δαγκωνιές, ο Νίκος Κούρκουλος σώθηκε από ναυάγιο, ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος σκηνοθέτησε την υποτιθέμενη αυτοκτονία του... απλά και καθημερινά πράγματα δηλαδή, που όλοι κάνουμε στη θάλασσα ! 
Είτε με ποδήλατα, είτε με πούλμαν και λεωφορεία της γραμμής, είτε με ανοιχτά αυτοκίνητα, ΤΑ ΜΠΑΝΙΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ, κατέχουν εξέχουσα θέση στο Ελληνικό καλοκαίρι. "Μ' αεροπλάνα και βαπόρια και με τους φίλους..." του παλιού Ελληνικού κινηματογράφου, ο κόσμος ταξιδεύει, το χρήμα κινείται, ο Έλληνας κυκλοφορεί και γίνεται ο ίδιος πρωταγωνιστής στις ανάλαφρες ταινίες, που παρακολουθεί στα θερινά σινεμαδάκια, με τις πικροδάφνες και τα γιασεμιά, τον πασατέμπο, τα pop-corn... και τα μπυράλ !  

         τέλος 



Κυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2012

ΤΑ ΜΠΑΝΙΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ (...καρέ-καρέ)


 Τι θα ήταν η ζωή μας χωρίς τα καλοκαίρια ? Ένα ατέλειωτο μαρτύριο ! Τι θα ήταν όμως και τα καλοκαίρια, χωρίς τη θάλασσα και το γαλάζιο Ελληνικό ουρανό ? Άχρωμα, πληκτικά κι αδιάφορα ! Το καλοκαιράκι στα μέρη μας, δεν τελειώνει τον Αύγουστο... μη σας ξεγελάει το βοριαδάκι κι η συννεφιά. Το καλοκαιράκι εδώ κρατάει ολόκληρο το Σεπτέμβρη κι ενίοτε, παίρνει μέρες κι απ' τον Οκτώβρη. Η έκθεση στην αλμυρή άμμο και στον καυτό ήλιο παρατείνεται... και οι άδειες επίσης. Η πιο "μισητή ευχή" (...αν και οξύμωρο) στην Ελλάδα, είναι να πεις "Καλό χειμώνα" μέσα στο Σεπτέμβρη. Καλύτερα να την αφήσεις για τα Χριστούγεννα. Σε έναν τέτοιο τόπο, λοιπόν, δεν θα ήταν δυνατόν ο κινηματογράφος να μην ασχοληθεί με τις περιπέτειες, τα ειδύλλια, αλλά ακόμα και τις παρεξηγήσεις ή τα απρόοπτα, που συμβαίνουν εν μέσω θέρους, σε κοσμικές ή ερημικές παραλίες, στα φιλόξενα Ελληνικά νησιά και στις παράκτιες περιοχές. Κάτι ο φτωχός προϋπολογισμός και ο πρωτόγονος εξοπλισμός, κάτι η εθνική υπερηφάνεια, αλλά και η καπατσοσύνη πολλών παραγωγών και κινηματογραφιστών -με προεξάρχοντα τον Φίνο- το Ελληνικό σινεμά βρίσκει σωτήρια διέξοδο στα εξωτερικά γυρίσματα... 


Θαλασσινά πλάνα καταγράφονται για πρώτη φορά σε ελληνικό φιλμ το 1927, στη βουβή ταινία του Δημήτρη Γαζιάδη "Έρως και κύματα", με πρωταγωνιστή το μεγάλο ηθοποιό του θεάτρου Νίκο Δενδραμή, στο ρόλο ενός πλούσιου Αθηναίου καρδιοκατακτητή, που περνά τις διακοπές του σ' ένα νησί του Αργοσαρωνικού κι ερωτεύεται μια όμορφη, αλλά κι αρραβωνιασμένη μ' έναν φτωχό ψαρά, νησιοτοπούλα, την οποία υποδύεται η Μιράντα Θεοχάρη (...μετέπειτα Μυράτ). Ακολουθεί η μεταφορά στον επίσης βουβό ακόμα κινηματογράφο, του βουκολικού μυθιστορήματος του Λόγγου "Δάφνις και Χλόη" από τον Ορέστη Λάσκο, το 1931. Τα δυο παιδιά πλατσουρίζουν σε μια "γραφική ακρογιαλιά της Λέσβου", όπως μας πληροφορούν οι υπότιτλοι κι ο Δάφνης (Απόλλων Μαρσύας) γράφει τ' όνομα της Χλόης (Λούση Ματλή) στην αμμουδιά...

Ωστόσο, την πρωτιά στην εμφάνιση των πρωταγωνιστών -και κυρίως των πρωταγωνιστριών- με μαγιό και σε πλάνο μεγαλύτερης διάρκειας, κατέχει μια ταινία "ομιλούσα", του έτερου αδελφού Γαζιάδη (... του Μιχαήλ), με συνσκηνοθέτη τον Γιάννη Φιλλίπου και σεναριογράφο τον Δημήτρη Γιαννουκάκη, η ανάλαφρη κομεντί "Διαγωγή μηδέν" (1949)...

 
Στην ταινία παρακολουθούμε τις αταξίες των μαθητριών του γυμνασίου θηλαίων στο παραθαλάσσιο χωριό Κοντοκάλι και ιδιαίτερα της ζωηρής κι όμορφης Μπήλιως Φουντούκα (Έλλης Λαμπέτη), κόρης του προέδρου του χωριού (Σπύρου Πατρίκιου) που γοητεύει με τη δροσιά και τα νιάτα της τον δάσκαλό της (Ντίνο Ηλιόπουλο), ενώ έχει δεσμό μ' έναν νεαρό ψαρά (Λάμπρο Κωνσταντάρα). Το σκάνδαλο δεν αργεί να ξεσπάσει και ο καθηγητής εκδιώκεται κακήν κακώς από το χωριό. Θα επιστρέψει όμως, μεταμφιεσμένος, στη θέση της αδερφής του, που διορίζεται -ως αντικαταστάτριά του- δασκάλα στο χωριό, για να ολοκληρώσει το σχέδιο της πολιορκίας του και να κλέψει τη Μπήλιω, δια θαλάσσης, καθώς η απόπειρα της απαγωγής θα γίνει μια ηλιόλουστη μέρα, που όλα τα γυμνασιοκόριτσα θα πάνε για μπάνιο, υπό την επίβλεψη της κυρίας Μελπομένης, διευθύντριας του σχολείου (...την υποδύεται η Λέλα Πατρικίου). Η συνέχεια (...και το ευτυχές τέλος) επί της οθόνης ... 


Μερικές από τις ωραιότερες σκηνές των Ελληνικών ταινιών, έχουν σαν φόντο το φυσικό σκηνικό των ακρογιαλιών. Οι ευρηματικοί σεναριογράφοι, όπως ο Σακελλάριος, ο Τζαβέλας ή ακόμα κι ο Δαλιανίδης, φρόντιζαν ώστε να περιλαμβάνεται στην πλοκή τους, μια εκδρομή ή ένα ταξίδι, που πάντα δίνει μια ευχάριστη νότα ξεγνοιασιάς κι ανεμελιάς, τόσο στους συντελεστές, όσο και στους θεατές ή να τοποθετούν τη δράση της ταινίας, στο φυσικό περιβάλλον ενός νησιού, κάνοντας έτσι γνωστές τις ομορφιές του σε ντόπιους και ξένους και το κυριότερο, μεταδίδοντας την τάση για φυγή από την καθημερινότητα σε όλους. Ο Έλληνας δειλά δειλά, μαθαίνει να βγαίνει απ' το σπίτι του, με οποιοδήποτε μέσο και να επιλέγει όλο και πιο μακρινούς προορισμούς, για αναψυχή. Με το λεωφορείο της γραμμής ή με ανοιχτά και μοντέρνα αυτοκίνητα, με τζιπ και "σαραβαλάκια" ή ακόμα και με μοτοσακό και ποδήλατα, κανείς δε χάνει την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί την αργία της Κυριακής και ν' απολαύσει τη δροσιά της θάλασσας. Στη δεκαετία του 50, μια δεκαετία που χαρακτηρίζεται από μια γενική προσπάθεια κατάκτησης ενός καλύτερου βιοτικού επιπέδου, την τιμητική τους έχουν οι παραλίες εντός των τειχών του Λεκανοπεδίου της Αττικής... 
  

Σ' ένα λεωφορείο με προορισμό τη Λούτσα (...υπεραστικό, απ' όσο καταλαβαίνουμε απ' το σημείο αφετηρίας, που βρισκόταν στην πλατεία Αιγύπτου, απέναντι απ' το Πεδίον του Άρεως) επιβιβάζονται με στρατιωτική πειθαρχία οι κόρες -τέσσερις τον αριθμό, παρακαλώ και μεγαλωμένες με αυστηρές και συντηρητικές αρχές- του απόστρατου αξιωματικού Χαρίλαου Μπάρδα (Ορέστη Μακρή), ο οποίος θέλει μεν να της παντρέψει, αλλά όχι και να τις δώσει "σαν πεπόνια με τη βούλα". Έτσι λοιπόν, παρόλο που θα βρεθούν σε μια ερημική παραλία, στήνεται ολόκληρη επιχείρηση, για να μπορέσουν να αλλάξουν και να φορέσουν τα μαγιό τους (...ολόσωμα και πανομοιότυπα, εννοείται), υπό την επίβλεψη, πάντα, της μητέρας τους Ευτέρπης (Ελένης Ζαφειρίου) που φυσικά, δεν συμμετέχει στην κολύμβηση, αλλά παρατηρεί τα καθέκαστα απ' την αμμουδιά, πλάι στο σύντροφό της...  

 Τα πράγματα αλλάζουν, όταν καταφθάνει "Η θεία απ' το Σικάγο" (Γεωργία Βασιλειάδου), που ως "καταλύτης" δίνει άλλωστε και τον τίτλο της ταινίας που γύρισε ο Αλέκος Σακελλάριος στη "Finos Film" το 1956. Οι κοπέλες παντρεύονται τάχιστα μια μια, με το θαυματουργό και αλάνθαστο κανάτι, αλλά όχι μόνο. Θα επιστρατευθεί και το rock 'n roll και το ουίσκι και τα ben mixed, τα "ανακατωμένα" μπάνια στην πλαζ της Βάρκιζας... 

  Αξέχαστη η σκηνή, με τη θεία Καλλιόπη "σομπρεροφορούσα", ντυμένη μέχρι τα μπούνια και καθισμένη κάτω από μια ομπρέλα θαλάσσης, να ψαρεύει υποψήφιους γαμπρούς για την ανιψιά, με το κόλπο της αναζήτησης φωτιάς για το τσιγάρο της, από τους γύρω λουόμενους. Μετά από ένα σύντομο ξεσκαρτάρισμα κι ένα βουνό σβησμένες γόπες, ο κατάλληλος (Δημήτρης Παπαμιχαήλ) βρίσκεται και το σχέδιο ..."βοήθεια πνίγομαι", τίθεται σε εφαρμογή. Πάντως, για την ιστορία, παρόλο που ο άνθρωπος πήγε στο σπίτι τους οικιοθελώς, το κανάτι δεν το γλίτωσε ! 

 Στριμωγμένη σ' ένα αστικό λεωφορείο, με προορισμό το Καλαμάκι αυτή τη φορά, ανάμεσα σε περίεργους επιβάτες, θα βρεθεί και η νεαρή πωλήτρια Μίνα (Έλλη Λαμπέτη), προκειμένου να απολαύσει το μπάνιο της, στην ταινία "Κυριακάτικο ξύπνημα" (1954), του Μιχάλη Κακογιάννη...  









Η κάμερα του πρόσφατα χαμένου μεγάλου σκηνοθέτη, που ακολουθεί το βλέμμα της μέσα απ' τα μισάνοιχτα παράθυρα του λεωφορείου, μας προσφέρει μοναδικά πλάνα της διαδρομής, από το Ζάππειο ως το Φάληρο και την παραλία του Φλοίσβου ... 


Στα ενσταντανέ που ακολουθούν, παρατηρεί κανείς ακόμα και το Λυκαβηττό, που διακρίνεται στο βάθος της σχεδόν άδειας λεωφόρου Συγγρού, όπου τις Κυριακές, τα μόνα διερχόμενα οχήματα μοιάζει να ήταν εκείνα που μετέφεραν λουόμενους, στοιβαγμένους ακόμα και σε φορτηγά...










Βέβαια, προς χάριν της σεναριακής πλοκής, η πρωταγωνίστριά μας θα προτιμήσει μια πιο ήσυχη κι απομονωμένη ακρογιαλιά και θα κατέβει στο ερημικό... Καβούρι!!!  






Όσο εκείνη κολυμπάει, δυο πιτσιρικάδες θα της βουτήξουν όλα τα πράγματά της, μαζί κι ένα λαχείο με τον αριθμό της γεννήσεώς της, που είχε στην τσάντα της. Για καλή της τύχη, θα προσφερθεί να την γυρίσει στο σπίτι της με το αυτοκίνητό του, ένας ευγενέστατος δικηγόρος (Γιώργος Παππάς), ο οποίος θα την βοηθήσει κι αργότερα, όταν το λαχείο θα κερδίσει τον "πρώτο αριθμό" κι η νεαρή "βιοπαλαίστρια" θα θελήσει να διεκδικήσει δικαστικά τα κέρδη του λαχείου, που στο μεταξύ έχει βρεθεί στην κατοχή του πτωχού τροβαδούρου Αλέξη (Δημήτρη Χόρν)...    

  

Ακόμα μια ταινία, που το Κυριακάτικο μπάνιο στο Καβούρι θα βγει ξινό στους πρωταγωνιστές της, είναι και "Το Σωφεράκι" (1953), του Γιώργου Τζαβέλλα. Η αιτία δεν είν' άλλη απ' το πεισματάρικο σαραβαλάκι του μεροκαματιάρη ταξιτζή Βάγγου (Μίμη Φωτόπουλου), που θα βάλει σε περιπέτειες τον ίδιο, την αγαπημένη του Λέλα (Σμαρούλα Γιούλη) και τη φίλη της την Κική (Έλσα Ρίζου), που της "κάνει πλάτες" για να πάρει "άδεια εξόδου" από την αυστηρή μαμά της (Λέλα Πατρικίου). Το παλαιό όχημα, που παίρνει μπρος με μανιβέλα κι ανά τακτά διαστήματα "ζητάει" το λουκουμάκι του, θα τις γυρίσει στο σπίτι σώες κι αβλαβείς μεν, αλλά "στις δώδεκα τα μεσάνυχτα, νταν", με αποτέλεσμα ν' ακούσουν τα σχολιανά τους...  



Δε βαριέσαι, "όπου φτωχός κι η μοίρα του" λέει ο λαός κι έχει δίκιο. Και γιατρός να είναι ο μπαμπάς σου, που λέει ο λόγος, άμα δεν υπάρχει χρήμα, καταλήγεις στη Λεστινίτσα, που κοιμούνται με τις κότες και η μόνη τους διασκέδαση, είναι οι απογευματινές συγκεντρώσεις για τσάι και οι εβδομαδιαίες εξορμήσεις για μπάνιο. Μια τέτοια εξόρμηση, θα σταθεί αφορμή για να σμίξουν δυο ερωτευμένοι (Ξ. Καλογεροπούλου και Δημήτρης Παπαμιχαήλ) και να μονιάσουν, οι άσπονδοι εχθροί γονείς τους, η μαμή-ξεματιάστρα (Γ. Βασιλειάδου) μάνα του δεύτερου κι ο γιατρός (Ορέστης Μακρής) πατέρας της πρώτης, στο φινάλε της ταινίας "Η Κυρά μας η Μαμή" (1958) του Αλέκου Σακελλάριου...  



Τη γλυκύτατη και καλλίγραμμη Ξένια Καλογεροπούλου, θα τη δούμε με μαγιό και την επόμενη χρονιά... και μάλιστα, σε δυο ταινίες. Στο "Λαός και Κολωνάκι" του Γιάννη Δαλιανίδη είναι η Έλλη, η αδερφή του φτωχού και καλόκαρδου Κώστα (Χατζηχρήστου), που διατηρεί το γαλακτοπωλείο του μετά κόπων και βασάνων, καθώς τον έχει ταράξει στο φέσι όλη η καλή κοινωνία του Κολωνακίου, μεταξύ των οποίων και η αγαπημένη του "φρεγάδα", Ντέντη (Ρίκα Διαλυνά), που βάζει υποψηφιότητα στα καλλιστεία, με την ελπίδα να ξελασπώσει οικονομικά την ξεπεσμένη οικογένειά της. Η φωτογράφηση με μαγιό, θα γίνει στην πλαζ της Βάρκιζας, την ίδια μέρα που θα βρεθεί εκεί για μπάνιο και το ερωτευμένο ζευγαράκι, η Έλλη κι ο Πέτρος (Κώστας Κακαβάς)...   

 


  Στην ταινία του Γρηγόρη Γρηγορίου "Καλημέρα Αθήνα", ένα από τα πρώτα ελληνικά μιούζικαλ, παρτενέρ της θα είναι ο Νίκος Κούρκουλος, ένας εκ των τριών φίλων (...οι άλλοι δυο είναι ο Ντίνος Ηλιόπουλος και ο Γιώργος Οικονομίδης) που θα προσλάβει ο βιομήχανος πατέρας της (Βασίλης Αυλωνίτης) για να την μεταπείσουν να φύγει για το Θιβέτ, με μια ομάδα εξερευνητών. Ο στόχος θα επιτευχθεί, αφού η στριφνή και κακομαθημένη Ξένια ερωτεύεται το νεαρό Μίμη κι αποφασίζει ν' αλλάξει τα σχέδιά της. Η εξομολόγηση θα γίνει μια φεγγαρόλουστη βραδιά, στη Βουλιαγμένη !   


Λίγα χιλιόμετρα πιο πέρα - στο Λαγονήσι, συγκεκριμένα - και τέσσερα χρόνια αργότερα, θα ξαναδούμε την Ξένια Καλογεροπούλου να βουτά στα καταγάλανα νερά του Σαρωνικού, όπου εκεί θα συναντήσει το Γιώργο (Χρήστο Νέγκα) να ρίχνει άγκυρα στη μαρίνα των πολυτελών ξενοδοχειακών εγκαταστάσεων. Μη γνωρίζοντας πως πρόκειται για το φτωχό υπάλληλο της Ευτέρπης Πάπας (Δέσπως Διαμαντίδου), θα επιδιώξει να έρθει σ' επαφή μαζί του, ακολουθώντας την προτροπή του πατέρα της (Λάμπρου Κωνσταντάρα), χρεοκοπημένου κοσμοπολίτη, που πιστεύει ότι η μόνη του σωτηρία είναι ένας πλούσιος γαμπρός για την κόρη του. Τ' αποκαλυπτήρια δεν θ' αργήσουν να γίνουν, ωστόσο η ταινία (...δεν είπαμε πως πρόκειται για το "Ο μπαμπάς μου κι εγώ" του Ερρίκου Θαλασσινού) μας επιφυλάσσει, ως συνήθως, ένα ευτυχές τέλος, το οποίο βάζει η ζάμπλουτη κυρία Πάπας κι ο γάμος της με τον παλιό της έρωτα, που δεν είναι άλλος από τον καρδιοκατακτητή "μπαμπά" (Κωνσταντάρα) !  



Στο Λαγονήσι θα βρεθεί και η Αλίκη (Νίκη Λινάρδου), η κόρη του υπουργού Ανδρέα Μαυρογιαλούρου (Λάμπρου Κωνσταντάρα) με την παρέα της, σε μια σύντομη σκηνή της εξαιρετικής και διαχρονικής ταινίας του Αλέκου Σακελλάριου "Υπάρχει και φιλότιμο" (1965), απ' όπου και το κάτωθι χαρούμενο τραγουδάκι...  



Αν το Λαγονήσι, με τις πολυτελείς καμπάνες του, αποτελεί τη δημοφιλέστερη επιλογή των πλουσίων για ολιγοήμερες διακοπές ή μονοήμερες εκδρομές, το Καβούρι, η Βουλιαγμένη κι η πλαζ της Βάρκιζας, όπως είδαμε μέχρι στιγμής, είναι ο ιδανικότερος προορισμός για τους σκληρά εργαζόμενους, στην αργία της Κυριακής, δεδομένου ότι το πενθήμερο καθιερώθηκε πολύ αργότερα. Κάποιοι, μάλιστα, συνεχίζουν να εργάζονται σκληρά, ακόμα και στο ρεπό τους...  




Όπως η "Μουσίτσα" μας, η Αλίκη (Βουγιουκλάκη) στην ταινία του Γιάννη Δαλιανίδη. Άρτι προσληφθείσα ως κοσμικογράφος στην εφημερίδα "Εσπερινά Νέα", μετά απ' την αποτυχία στην πρώτη της κιόλας αποστολή, να συναντήσει στο αεροδρόμιο έναν ατομικό επιστήμονα και να του πάρει συνέντευξη, αποφασίζει να παραδώσει στον αρχισυντάκτη της (Τάκη Χριστοφορίδη) ένα ψεύτικο ρεπορτάζ, για να μη χάσει τη δουλειά της. Έλα, όμως, που "ο μεγάλος Έλλην ατομικός επιστήμων, εματαίωσεν το ταξίδιόν του εις την Ελλάδαν, λόγω απροόπτου ασθενείας" !! Για να καλύψει τη γκάφα της, επιμένει ότι ο επιστήμων ήρθε με άλλο αεροπλάνο και τον είδε μόνο εκείνη. Οργανώνει, μάλιστα, μια συνέντευξη τύπου, όπου παρουσιάζει στη θέση του τον δασκαλεμένο ανάλογα, σπιτονοικοκύρη της (Κούλη Στολίγκα). Ξαναέλα, όμως, που ο επιστήμων Φίλων Νικολαΐδης (Σταύρος Ιατρίδης) εν τέλει έρχεται !! Η μόνη λύση, μοιάζει πια να είναι η... απαγωγή και η απόκρυψή του απ' τους δημοσιογράφους, καθ' όλη τη διάρκεια της παραμονής του στην Αθήνα. Την πλεκτάνη θα ξεσκεπάσει ο αγαπημένος της Αλίκης (Ανδρέας Μπάρκουλης), που τυγχάνει επίσης κοσμικογράφος, αλλά σε αντίπαλη εφημερίδα, όταν καταφθάνει στην παραλία του Λαιμού της Βουλιαγμένης, όπου η Αλίκη κι η παρέα της, μαζί κι ο επιστήμων, απολαμβάνουν το μπάνιο τους. Για την ακρίβεια, δεν το απολαμβάνουν όλοι, καθώς οι δυο Νικολαΐδηδες, που στο μεταξύ έχουν γίνει φίλοι, δεν ξέρουν κολύμπι κι ο ένας προσπαθεί να μάθει τον άλλο... στη στεριά ! 




Ένα εξίσου πρωτότυπο μάθημα κολύμβησης στα ρηχά, βλέπουμε και στην ταινία "Εκατό Χιλιάδες Λίρες" (1948), σε σενάριο Νίκου Τσιφόρου. Ο σκηνοθέτης της ταινίας Αλέκος Λειβαδίτης, είναι ο μαθητευόμενος κι επίδοξος κολυμβητής κι ο συνεταίρος του (Γιώργος Δαμασιώτης) εκείνος που θα επιχειρήσει να τον βοηθήσει απ' τη στεριά, διαβάζοντάς του τη "μέθοδο κολύμβησης άνευ διδασκάλου", ενώ παράλληλα τον έχει δεμένο με καραβόσκοινο για να μην πνιγεί. Κι όλα αυτά, για να μη χάσουν την πλούσια νύφη (Καίτη Πάνου), ελληνοαμερικανίδα κληρονόμο των εκατό χιλιάδων λιρών, που της αρέσουν οι εκδρομές και τα μπάνια στη θάλασσα. 
Σ' αυτήν την ταινία θα κάνουν το ντεμπούτο τους στον κινηματογράφο ο Μίμης Φωτόπουλος κι ο Ντίνος Ηλιόπουλος...  

 

Μια "χορταστική" άποψη της οργανωμένης πλαζ της Βάρκιζας μας προσφέρει ο Ροβίρος Μανθούλης στην ταινία "Οικογένεια Παπαδοπούλου" (1960). Ο αδειούχος δάσκαλος Μηνάς Καρασπαρίδης (Ντίνος Ηλιόπουλος) αναγκάζεται να συνοδεύσει εκεί ένα μικρό και λίαν ζωηρό γειτονόπουλο, που τον σέρνει κυριολεκτικά απ' τη μύτη για παιχνίδι στην αμμουδιά με κουβαδάκι και φτιαράκι, για ψάρεμα στα ρηχά με μάσκα, βατραχοπέδιλα και ψαροντούφεκο, για παγωτό και γλυκά στην καντίνα, για "κούνημα" στις βαρκούλες... κι όλα αυτά, για να μην πάρει μυρουδιά ο μικρός, πως στην ίδια πλαζ βρίσκεται η νεαρή γειτόνισσα Βαρβαρούλα Παπαδοπούλου (Κάκια Αναλυτή) μαζί με το αμόρε της Αλέξη Βρανά (Στέφανο Ληναίο) και το μαρτυρήσει στην κουτσομπόλα θεία του (Μαρία Φωκά) και φτάσει στ' αυτιά του πατρός Παπαδόπουλου (Παντελή Ζερβού). Παρ' όλα ταύτα, ο πιτσιρικάς ΚΑΙ θα τους δει (...καθώς μπαίνουν στις καμπίνες ν' αλλάξουν) ΚΑΙ θα τους μαρτυρήσει !!!  

Ραντεβού στο Φάληρο, κρυφά από την αδερφή της (Τζόλη Γαρμπή) που την προξενεύει στο βιοτέχνη Χαρίλαο Μαραζιώτη (Νίκο Σταυρίδη), χωρίς να γνωρίζει την πραγματική του οικονομική κατάσταση και την υποτιθέμενη τρέλα του, θα βρεθεί και η Ισμήνη (Μάρθα Καραγιάννη) με τον καλό της (Αλέκο Πάντα), που για τις ανάγκες της κωμωδίας "Ευτυχώς... τρελάθηκα !" (1966) του Κώστα Ανδρίτσου (...βασισμένης στο θεατρικό έργο του Γιώργου Ρούσσου) θα της τραγουδήσει, πάνω σ' ένα κανό (?), το τραγούδι των Αλέκου Σπάθη και Γιώργου Οικονομίδη... 


Ραντεβού, κρυφά από τους γονείς και τον αδερφό της Αλέκο (Ντίνο Ηλιόπουλο), θα έχει και η Άννα (Ζωή Λάσκαρη), στην ταινία του Γιάννη Δαλιανίδη "Ο ατσίδας" (1962), το σενάριο της οποίας είναι βασισμένο στο θεατρικό έργο του Δημήτρη Ψαθά "Εξοχικόν κέντρον: Ο Έρως". Στην πλαζ της Αρετσούς, όπου θα πάει για μπάνιο με τον αδερφό της, θα του ξεφύγει για να συναντήσει τον αγαπημένο της Αντώνη (Στέφανο Στρατηγό) και να του ανακοινώσει πως, αν δεν τη ζητήσει επίσημα σε γάμο, θα τη χάσει. Εκείνος, για ν' αποφύγει το χωρισμό, αλλά και τη δέσμευση, θα θέσει σ' εφαρμογή το σχέδιο "στρίβειν δια του αρραβώνος"...   














Οργανωμένες πλαζ, βεβαίως, δεν διέθεταν μόνο τα προάστια της πρωτευούσης, αλλά και της συμπρωτευούσης ! Τις Κυριακές οι Θεσσαλονικείς συνήθιζαν να εκδράμουν για μπάνιο, στην παραλία της Αρετσούς, στην Καλαμαριά. Εκεί βρίσκονταν τα παλιά κτήρια των συμμαχικών στρατευμάτων, που στις αρχές της δεκαετίας του '50 ένα μέρος τους γκρεμίστηκε, για να δημιουργηθούν οι σύγχρονες λουτρικές εγκαταστάσεις της πλαζ...    


Μόνο η Ρένα Βλαχοπούλου θα μπορούσε να ξαποστείλει έτσι εύκολα έναν επίδοξο μνηστήρα ! Και στην ταινία του Γιάννη Δαλιανίδη "Μερικοί το προτιμούν κρύο" (1962) αποφεύγει με άνεση όχι μόνον έναν, αλλά πολλούς ! Βλέπετε, είναι η μεγαλύτερη από τα τέσσερα παιδιά του ζεύγους Αγγέλου (Τζόλυ Γαρμπή - Κώστας Δούκας) κι όπως απαιτούν οι παραδόσεις και τα ήθη της εποχής, πρέπει να παντρευτεί, για να πάρουν σειρά και οι υπόλοιποι... ιδιαίτερα ο Λάκης (Ντίνος Ηλιόπουλος), που έχει δεσμό με τη Λέλα (Μάρθα Καραγιάννη), η οποία έχει κι εκείνη τρία αδέρφια, που περιμένουν να παντρευτεί για να πάρουν κι εκείνοι σειρά. Τι να κάνει κι η Ρένα, όμως, που έχει δεσμό δέκα χρόνια με το Θόδωρο (Γιάννη Βογιατζή), ο οποίος δε μπορεί να την παντρευτεί, αν δεν παντρέψει πρώτα τη δική του μεγάλη αδερφή ? Τι άλλο, απ' το να πάει για Κυριακάτικο μπάνιο με την οικογένειά της, αφήνοντας για λίγο στην άκρη το συναισθηματικό κουβάρι, αφού στο φινάλε έτσι κι αλλιώς θα ξεμπερδευτεί αισίως, για όλους...


Επιστρέφουμε στο Νότο, όπου μια Κυριακή στην παραλία του Σχοινιά, η Αλίκη Βουγιουκλάκη, ως Σωτήρης... εχμ... συγνώμη, δεσποινίς Δέλβη ήθελα να πω, στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου "Η Κόρη μου η Σοσιαλίστρια" (1966), θ' απλώσει το "μονό της στρώμα", τραγουδώντας με απαράμιλλη τσαχπινιά το γνωστό άσμα του Γιώργου Ζαμπέτα και για τα μάτια της, η Αγλαΐα ή καλύτερα Γιώργος (Δημήτρης Παπαμιχαήλ) θα χορέψει στην άμμο, ένα βαρύ κι αντρίκιο "ζεϊμπέκικο", υπό τους ήχους χειροκροτημάτων και ιαχών, των υπολοίπων εργαζομένων της κλωστοϋφαντουργίας Δέλβη, που "ευγενικά" παραχώρησε τα φορτηγά της, για την εκδρομή... 
"Της Κυριακής το ξύπνημα έχει δικιά του χάρη / δεν σε κρατάει το στρώμα σου ούτε το μαξιλάρι", θα μπορούσαν να τραγουδούν στο δικό τους ρεπό και τα κορίτσια της τρούμπας, πηγαίνοντας για μπάνιο στο Φάληρο, στην ταινία του Ζιλ Ντασέν "Ποτέ την Κυριακή" (1960). Δε χρειάζεται να πω περισσότερα... απολαύστε την ! 




"Και μετά, πήγαν όλοι στην ακρογιαλιάαααα..." 


 Για Κυριακάτικο "οικογενειακό πικ-νικ" στο Καβούρι, θα καταφθάσει με φορτηγό και η παρέα του νυχτερινού κέντρου "Ο Παράδεισος", αποτελούμενη από την ιδιοκτήτρια Μαρία (Σοφία Βέμπο), τον τελώντα χρέη "μετρ" Μήτσο (Διονύση Παπαγιαννόπουλο) με την αφράτη σύζυγό του, τη νεαρή σαντέζ Αννέτα (Βούλα Ζουμπουλάκη) με τη μητέρα της και φυσικά, το πρωταγωνιστικό ζευγάρι της ταινίας "Στέλλα" (1955) του Μιχάλη Κακογιάννη, τον άσσο των γηπέδων Μίλτο (Γιώργο Φούντα) και την ασυμβίβαστη αρτίστα Στέλλα (Μελίνα Μερκούρη)...

 Όσο οι υπόλοιποι θα τρωγοπίνουν στη στεριά, απολαμβάνοντας την ανεπανάληπτη Βέμπο με την κιθάρα της στο τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι "Το φεγγάρι είναι κόκκινο", οι δυό εραστές θ' απομακρυνθούν προς τη θάλασσα, όπου θα ζήσουν το φλογερό έρωτά τους και θα χαρίσουν στους θεατές το πιο παθιασμένο φιλί στην ιστορία του Ελληνικού κινηματογράφου. Ένα φιλί, που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από το θρυλικό φιλί των Μπαρτ Λάνκαστερ και Ντέμπορα Κερ στο "Όσο υπάρχουν άνθρωποι" (1953)...  
  

 Κοντά στην Αθήνα, σε μια ήρεμη παραλία της Βουλιαγμένης, που στον αξιολάτρευτο "ψαροταβερνιάρη" (Γιώργο Δαμασιώτη) θυμίζει τον τόπο του, το Τσιρίγο, θα απολαύσουν το μπάνιο τους κι ένα ειδυλλιακό, μολονότι ασπρόμαυρο ηλιοβασίλεμα, η "γκραν κοκότ" Μπιμπή (Υβόν Σανσόν) κι ο καταχραστής-ταμείας της "Εμποροπιστοτικής Τραπέζης", Κλέων (Δημήτρης Χορν) στο "Μια ζωή την έχουμε" (1958), του Γιώργου Τζαβέλα. Στις λίγες μέρες που περνούν μαζί σκορπώντας το "περίσσευμα" του 1.101.101.10 δρχ. και "καταπλήσσοντας τα πλήθη", γίνονται δυο "άλλοι", μέχρι ν' ανακαλυφθεί το τραπεζικό λάθος κι ο Κλέων να βρεθεί στη φυλακή...   


Αν και φαινομενικά, "ο άλλος" είναι εκείνος, που από "αρνάκι γίνεται λιοντάρι" και τολμά να διεκδικήσει τον πληρωμένο -ακριβά- έρωτα και τη χαμένη του ζωή έχοντας σαν όπλο το χρήμα, το φινάλε της ταινίας μας επιφυλάσσει μια μεγάλη ανατροπή, σε μια από τις πιο συγκινητικές σκηνές του ελληνικού κινηματογράφου !!!
Ακόμα μια γυναίκα από "Εκείνες που δεν πρέπει ν' αγαπούν", αλλά κατά βάθος ξέρουν και στο τέλος "θυσιάζονται" κιόλας, θα συναντήσουμε στην παραλία της Γλυφάδας, στην ομώνυμη ταινία του 1951, σε σκηνοθεσία Αλέκου Σακελλάριου. Εκείνη που δεν πρέπει ν' αγαπά είναι η Λίζα (Άννα Καλουτά), που μαζί με τη φιλενάδα της Φλώρα (Λιάνα Βιτσώρη) καταφθάνουν δήθεν για να κολυμπήσουν, ενώ στην πραγματικότητα πηγαίνουν για να συναντήσουν το νεαρό ντιζέρ Παύλο (Αλέκο Αλεξανδράκη) που κάνει πρόβες με την ορχήστρα του σε νυχτερινό κέντρο της παραλιακής (...από τότε κατελάμβαναν παρανόμως τις ακτές)...  


Στα "κρυστάλλινα νερά" της Δραπετσώνας, θα βουτήξει (...και μάλιστα top-les) κι η Μάγδα (Μάρω Κοντού) ή "Μαρκησία" επί το καλλιτεχνικότερον, μιας και πρόκειται γι αρτίστα καμπαρέ της Τρούμπας, επιδιώκοντας παράλληλα ν' "αποπλανήσει" το νεαρό ψαρά Ηλία (Παύλο Λιάρο) υπό το άγρυπνο βλέμμα του Μάνου (Γιώργου Φούντα), του ναυτικού που αρχικά της παρουσιάζεται ως ιδανικός σύντροφος, αλλά κατά βάθος είναι ένα μεγάλο "Κάθαρμα", στην ομώνυμη ταινία του 1963, το σενάριο της οποίας υπογράφει ο Νίκος Φώσκολος και τη σκηνοθεσία ο Κώστας Ανδρίτσος...  



Ρόλους γυναικών με αμαρτωλό παρελθόν που θέλουν ν' αλλάξουν ζωή, έχουν ερμηνεύσει ούκ ολίγες πρωταγωνίστριες του Ελληνικού κινηματογράφου. Μια όμως θα καταφέρει να ζήσει τον αγνό και ρομαντικό έρωτα σ' ένα από τα πιο κοσμικά Ελληνικά νησιά, χρησιμοποιώντας για "δόλωμα" -αρχικά τουλάχιστον- την καλλίγραμμη σιλουέτα της κι ένα καυτό μπικίνι...   


Μιλάμε βέβαια για την Αλίκη Βουγιουκλάκη στην ταινία "Το Δόλωμα"  (1964) του Αλέκου Σακελλάριου, που ως τέως καμπαρετζού Καιτούλα και νυν -υποτιθέμενη- ζάμπλουτη κυρία Βαλέρη, αδερφή του Μπάμπη (Αλέκου Αλεξανδράκη), σεσημασμένου απατεώνα και μάστορα εις την "χαρτοκλεπτικήν", καταφθάνει στο νησί της Ρόδου. Μαζί τους και τα υπόλοιπα μέλη της συμμορίας, με κορυφαίο τον Μάνθο (Ντίνο Ηλιόπουλο) σε ρόλο μάνατζερ δημοσίων σχέσεων, με ειδικότητα στο να συγκεντρώνει γύρω από το "πράσινο τραπέζι" υποψήφια θύματα, ήτοι εφοπλιστές, βιομηχάνους κι άλλους ανυποψίαστους εκατομμυριούχους παραθεριστές. Σ' ένα τέτοιο τραπέζι όμως, θα παρασυρθεί κι ο φτωχός ξενοδοχοϋπάλληλος Μίλτος (Βαγγέλης Βουλγαρίδης), μόνο και μόνο για να κάθεται πλάι στη μυστηριώδη γυναίκα, που του έκλεψε την καρδιά. Εκείνη θα υποκύψει στο επίμονο φλερτ του νεαρού και μόνο λίγο πριν το ευτυχές τέλος της ταινίας, θα του αποκαλύψει το αμαρτωλό παρελθόν της, σε μια δακρύβρεχτη σκηνή, γυρισμένη στο γραφικό λιμανάκι της Καλλιθέας, εκεί που έδωσαν το πρώτο τους ραντεβού και που πάντα τους περίμεναν δυο πλανόδιοι μουσικοί κι ένα τραπεζάκι μ' ένα ματσάκι γιασεμιά... 



Με αφορμή αυτό το αγαπημένο τραγούδι του Κώστα Καπνίση, ανοίγω μια παρένθεση στο αφιέρωμα, για να θυμηθούμε μερικά πασίγνωστα ή λιγότερο γνωστά τραγούδια, που ακούστηκαν πλάι στο κύμα από αγαπημένους πρωταγωνιστές, σε κάποιες χαρακτηριστικές "θαλασσινές σκηνές" των αξέχαστων ταινιών του παλιού Ελληνικού κινηματογράφου. Ποιος μπορεί, για παράδειγμα, να ξεχάσει τη σκηνή της βαρκάδας στο λιμανάκι της Αντιπάρου, από τη "Μανταλένα" (1960) του Ντίνου Δημόπουλου (σε σενάριο του Γιώργου Ρούσσου), όπου η Μανταλένα (Αλίκη Βουγιουκλάκη) γερμένη στην αγκαλιά του πατέρα της, του μπαρμπα-Κοσμά, που τον υποδύεται ο γλυκύτατος Λαυρέντης Διανέλλος, τραγουδά το "Θάλασσα πλατιά" του Μάνου Χατζιδάκι ή το "Μεσ' σ' αυτή τη βάρκα", που ως ορφανή καπετάνισσα πια, έλεγε στο Γιακουμή (Σπύρο Καλογήρου), το μοναδικό επιβάτη που την εμπιστεύτηκε, λόγω κρυφού έρωτος...



Ή μήπως, τη σκηνή στο παραθύρι, από την ταινία "Η Νεράιδα και το Παλικάρι" (1969), πάλι του Δημόπουλου, που το Κατερινιώ, η κόρη του Φουρτουνάκη, τραγουδά αγναντεύοντας τη θάλασσα, για τον καλό της Μανούσο (Δ. Παπαμιχαήλ) το "Νανούρισμα" του Μάνου Λοίζου, μην ξέροντας πως είναι ο γιος του Βροντάκη, θανάσιμου εχθρού της οικογένειας...  
Ποιός δε θυμάται την Αλίκη να βουτά στα καταγάλανα νερά του Πόρου, για να φέρει πίσω το τόπι που της έκλεψε ο πειρατής της, ο δόκιμος Δέγλερης (Δ. Παπαμιχαήλ), πριν τρυπώσει στα μουλωχτά στη φρεγάτα "Αετός", στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου "Η Αλίκη στο Ναυτικό" (1961), όπου ακούγονται τα υπέροχα τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι ή την αξέχαστη Τζένη Καρέζη στο τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη "Η Μαργαρίτα η Μαργαρώ", καθώς κατηφορίζει με το ποδήλατό της, πλαισιωμένη από τους Γιάννη Φέρτη και Κώστα Καρρά -και δεκάδες άλλους ποδηλάτες- προς την παραλία, στη σκηνή της ταινίας "Ποια είναι η Μαργαρίτα ?" (1961) του Ντίμη Δαδήρα, που γυρίστηκε στην πανέμορφη Κω...



Φαίνεται πως τα "εκδρομικά" κινηματογραφικά τραγούδια είχαν μεγάλο σουξέ εκείνη την εποχή και η επίδρασή τους στη διάθεση του κοινού διαρκούσε γι αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την προβολή μιας ταινίας! Θ' άξιζε τον κόπο ν' ασχοληθεί κανείς μ' ένα ξεχωριστό αφιέρωμα σ' αυτήν την κατηγορία τραγουδιών (...ίσως το επιχειρήσω στο μέλλον), εν τούτοις θ' αναφέρω εν τάχει κάποια που απολαύσαμε "εν πλω", αλλά και κάποια "στεριανά", που οι πρωταγωνιστές τους μας τραγούδησαν πλάι στο κύμα...  
  
Στην πλώρη του καραβιού της γραμμής για τα νησιά του Αργοσαρωνικού, η Ελένη Ανουσάκη τραγουδά με κοριτσίστικη αφέλεια και νάζι το "Πέταξε ένα πουλί", των Κώστα Κλάβα και Αλέξη Αλεξόπουλου, για της ανάγκες της ταινίας του Ορέστη Λάσκου "Μικροί και μεγάλοι εν δράσει" (1963), το σενάριο της οποίας βασίστηκε στο θεατρικό έργο των Γιαλαμά - Πρετεντέρη "Τα παιδιά μας, οι κέρβεροι !"...


...ενώ η κεφάτη παρέα του "Τρεις κούκλες κι εγώ" (1960) των Τσιφόρου - Βασιλειάδη, αποτελούμενη από τους Μάρω Κοντού, Ντίνο Ηλιόπουλο, Νίκο Ρίζο, Ντίνα Τριάντη, Μάρθα Καραγιάννη και Γιώργο Λευτεριώτη, μας παραπλανούν με την ταραντέλα του Μίμη Πλέσσα και τους στίχους του Νίκου Τσιφόρου, που παροτρύνουν τον καπετάνιο να σηκώσει άγκυρα για "Βενέτσια, Αγκόνα, Μιλάνο", αφού το πλοιάριο στο οποίο επιβαίνουν πηγαίνει στις Σπέτσες...


Στο κατάστρωμα του κρουαζιερόπλοιου "Μαριάνα", ιδιοκτησίας Γιάννη Λάτση, ο νεαρός τροβαδούρος Τέλης Στεφανής (Γιάννης Βογιατζής) τραγουδά με την κιθάρα του το "Άσε τα χέρια σου" του Γιώργου Μουζάκη, στην όμορφη Άννα Ζέμπερη (Φλωρέτα Ζάννα), για τις ανάγκες της ταινίας του Αλέκκου Σακελλάριου "Όταν λείπει η γάτα" (1962)...


Απ' όλα έχει ο κινηματογραφικός μπαξές ! Απ' το "πρώτο ελληνικό βιντεοκλίπ" με τη φωνή του Δάκη, που γυρίστηκε κατ' ανάγκη με τους πρωταγωνιστές της ταινίας του Γιάννη Δαλιανίδη "Γοργόνες και μάγκες" (1968), τη Μαίρη Χρονοπούλου και το Λάκη Κομνηνό, επειδή ο τραγουδιστής δε μπορούσε να παραβρίσκεται στο γύρισμα... 



... μέχρι τις αδερφές Μπρόγιερ στα "πλατιά γαλάζια κύματα" του "Αστέρα" της Βουλιαγμένης και μαζί τους τον Κώστα Βουτσά, με βατραχοπέδιλα και μάσκα, να εκτελεί σε ρυθμό shake το παραδοσιακό "Μαρε γιέ μου κανακάρη" (...και τα δυο σε μουσική Κώστα Κλάβα) για τις ανάγκες της περιπετειώδους κωμωδίας (...ή κωμικής περιπέτειας, αν προτιμάτε) "Το πρόσωπο της ημέρας" (1965) του Ορέστη Λάσκου...


Στην ταινία του Ντίμη Δαδίρα "Τρία κορίτσια από την Αμέρικα" (1964), τα τρία ζευγάρια της ιστορίας (Ανδρέας Μπάρκουλης, Γκιζέλα Ντάλι, Γιάννης Μαλούχος, Μαρί Πανταζή, Νώντας Καστανάς και Ιωάννα Παππά), αφού διατρέξουν την παραλιακή λεωφόρο, θα καταλήξουν στο ειδυλλιακό τοπίο του Σουνίου, κάτω απ' το Αυγουστιάτικο φεγγάρι, να τραγουδούν ξαπλωμένοι στην αμμουδιά το ρομαντικό "Μόνο φιλιά" του Γιώργου Κατσαρού...


... ενώ ο Βαγγέλης Βουλγαρίδης σε μια παρόμοια σκηνή (...δεν ξέρω, μάλιστα, αν είναι γυρισμένη και στο ίδιο μέρος, γιατί το τοπίο μοιάζει πολύ) της ταινίας του Γιάννη Δαλιανίδη "Μερικοί το προτιμούν κρύο" (1962), θα χαρίσει στην καλή του (Ζωή Λάσκαρη) και σ' εμάς, το αξέχαστο "Η πρώτη μας νύχτα" του Μίμη Πλέσσα...


Μ' ένα ανοιχτό αυτοκίνητο ταξιδεύουν και οι πρωταγωνιστές της ταινίας του Ουμπέρτο Λέντζι "Μια Ιταλίδα στην Ελλάδα" (1958), η Βαντίζα Γκουίντα κι ο Ανδρέας Μπάρκουλης. Στο δρόμο από Πάτρα προς Αρχαία Ολυμπία, η Ιταλίδα αρχαιολόγος θα δει από μακριά μια παρέα συμπατριωτών της τουριστών να κολυμπούν στην παραλία της Αλισσού και θα ζητήσει απ' το Νίκο να κάνουν μια στάση για να ξεμουδιάσουν και να κάνουν κι αυτοί ένα μπάνιο... 


Μιλώντας για ειδυλλιακά τοπία στο Ελληνικό σινεμά, δεν μπορούμε να παραλείψουμε την υπέροχη ταινία του Ντίνου Δημόπουλου, (σε σενάριο των Γιαλαμά και Πρετεντέρη) "Τζένη Τζένη" (1965) και τη σκηνή που οι "λευκοί" νεόνυμφοι, Τζένη (Καρέζη), κόρη του κομματάρχη Κοσμά Σκούταρη (Διονύση Παπαγιαννόπουλου), "που κρατά το νησί στη χούφτα του"  και του υποψήφιου βουλευτή και μέλλοντα υπουργού ναυτιλίας Νίκου Μαντά (Ανδρέα Μπάρκουλη), επισκέπτονται κολυμπώντας, τη σπηλιά του Μπεκίρη, στις Σπέτσες...

Εξίσου μεγάλη παράληψη θα ήταν να μην αναφέρω και κάποιες ιδιαίτερες ταινίες, με έντονο δραματικό περιεχόμενο, διαφορετικό όμως, απ' το "μελό" που κυριάρχησε στις προτιμήσεις του κοινού στη δεκαετία του '60. Άλλες γυρίστηκαν εξολοκλήρου σε νησιώτικο περιβάλλον κι άλλες περιλαμβάνουν μεμονωμένες, αλλά αξέχαστες θαλασσινές σκηνές, σε ερημικά και "ειδυλλιακά" τοπία...


Η πρώτη δεν είν' άλλη απ' το διαμάντι του Μιχάλη Κακογιάννη "Το κορίτσι με τα μαύρα", που γυρίστηκε το καλοκαίρι του 1955 στην Ύδρα, με μια κάμερα και πολύ λίγα χρήματα. Μια οικογένεια διαλυμένη μετά το θάνατο του πατέρα, με μια χήρα μάνα ακόμα νέα κι όμορφη (Ελένη Ζαφειρίου), μα δακτυλοδεικτούμενη στο νησί, εξ' αιτίας του δεσμού της μ' έναν νεότερο άνδρα (... τον υποδύεται ο Στέφανος Στρατηγός), ένα γιο (τον Ανέστη Βλάχο) που μπλέκει συνεχώς σε καυγάδες, στην προσπάθειά του να υπερασπιστεί την τιμή της οικογένειας και μια κόρη απελπισμένη, που δέχεται στωικά τα χτυπήματα της μοίρας, αλλά και της μικρής κοινωνίας του νησιού, με μοναδικό της όπλο την περηφάνια και τη σιωπή. Για ν' αντιμετωπίσουν τη φτώχεια τους, νοικιάζουν δωμάτια του σπιτιού τους σε τουρίστες. Σαν ενοικιαστές έρχονται απ' την Αθήνα δυο φίλοι, ο Παύλος (Δημήτρης Χορν) κι ο Αντώνης (Νότης Περγιάλης). Το "κορίτσι με τα μαύρα", η Μαρίνα (Έλλη Λαμπέτη) θα κεντρίσει αμέσως το ενδιαφέρον του Παύλου, που θα προσπαθήσει να την προσεγγίσει με χιούμορ και φιλική διάθεση, όμως τα προβλήματα της οικογένειας θα σταθούν εμπόδιο στη δική της ανταπόκριση. Την καρδιά της Μαρίνας διεκδικεί κι ένας ντόπιος ψαράς, ο Χρήστος (Γιώργος Φούντας), που βρίσκει ευκαιρία να βγάλει απ' τη μέση τον αντίζηλό του, προκαλώντας δολιοφθορά στη βάρκα που θα νοικιάσει στον Παύλο. Ανυποψίαστος ο Παύλος, θα πάρει μαζί του για βαρκάδα τα παιδιά του νησιού. Μόλις ξανοιχτούν, η βάρκα γεμίζει νερά, βουλιάζει και τα παιδιά πνίγονται. Ο Παύλος συλλαμβάνεται, όμως χάρις τη Μαρίνα, η αλήθεια βγαίνει στο φως ! 


Στο "Κορίτσια στον ήλιο" (1968) του Βασίλη Γεωργιάδη, που γυρίστηκε στην Άνδρο, το σενάριο του Ιάκωβου Καμπανέλη αφηγείται την περιπέτεια ενός φτωχού Έλληνα βοσκού (Γιάννη Βόγλη), απ' τη στιγμή που πρόσφερε μια χούφτα μύγδαλα σε μια όμορφη Αγγλίδα τουρίστρια (Ανν Λόμπεργκ). Η νεαρή Άνναμπελ, μη γνωρίζοντας ελληνικά, θα παρερμηνεύσει τις προθέσεις του και θα το βάλει στα πόδια. Εκείνος απ' την άλλη, μη γνωρίζοντας αγγλικά, θα τρέξει ξοπίσω της να της εξηγήσει. Το γεγονός μαθαίνεται και η κλειστή κοινωνία του νησιού θα καταλήξει στο λανθασμένο συμπέρασμα, πως ο βοσκός βίασε την τουρίστρια. Ο ενωμοτάρχης, για ν' αποφύγει περαιτέρω δυσφήμηση της φιλοξενίας του νησιού, θα συλλάβει και θα φυλακίσει τον άτυχο βοσκό, σ' ένα κελί που, παραδόξως, το παράθυρό του βλέπει στο δρόμο ! Από εκεί η Άναμπελ, που στο μεταξύ έχει καταλάβει τι συμβαίνει κι αισθάνεται τύψεις, θα προσπαθήσει να του συμπαρασταθεί και η σπίθα του καταδικασμένου έρωτα δε θ' αργήσει ν' ανάψει...



Μια ιδιαίτερη ταινία, είναι επίσης το "Έρωτας στους αμμόλοφους" (1958) του Κώστα Μανουσάκη. Εκεί, ο δραπέτης (Ανδρέας Μπάρκουλης) που ξεβράζεται σε μια ερημική παραλία, συναντά μια όμορφη κι αλλοπαρμένη κοπέλα, την Άννα (Αλίκη Βουγιουκλάκη), που περιπλανιέται σαν αγριοκάτσικο στους αμμόλοφους, συντροφιά με ένα σκιάχτρο. Με τον καιρό, ανάμεσα στους δύο νέους αναπτύσσεται ένας παράφορος έρωτας, ενώ η Άννα αρχίζει να βρίσκει τη συναισθηματική και πνευματική της ισορροπία. Ο πατέρας της, όμως (...τον υποδύεται ο Γιάννης Αργύρης), δεν εγκρίνει το δεσμό τους κι όταν κάποια μέρα συγκρούεται μαζί της κι εκείνη τον απειλεί πως θα φύγει, ο πατέρας σπεύδει να καταδώσει το δραπέτη. Οι χωροφύλακες που θα 'ρθουν να τον συλλάβουν, τον σκοτώνουν και παίρνουν μαζί τους το πτώμα του, αφήνοντας πίσω την αποτρελαμένη κοπέλα και τον συντετριμμένο πατέρα της...

Κάπως έτσι φτάνουμε εκεί απ' όπου αρχίσαμε... στο κινηματογραφικό στερεότυπο "αγόρι αγαπάει κορίτσι" και παίζουν μαζί στην ακρογιαλιά ! Μόνο που, στην "Ευδοκία" του Αλέξη Δαμιανού, μια ταινία ορόσημο της δεκαετίας του '70 και του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου γενικότερα, δεν έχουμε να κάνουμε απλώς με στερεότυπα, αλλά με τις αρχέτυπες μορφές του άντρα και της γυναίκας και το αιώνια καταδικασμένο ερωτικό πάθος, που θυσιάζεται στον αρχαίο βωμό των προκαταλήψεων. Η Ευδοκία (Μαρία Βασιλείου) είναι η πόρνη, που ζει και εργάζεται κοντά σ' ένα στρατόπεδο. Ο Γιώργος (Γιώργος Κουτούζης) είναι ο λοχίας, που υπηρετεί τη στρατιωτική του θητεία σ' αυτό το στρατόπεδο. Και η εξουσία, που ασκείται πάνω τους από διάφορους εκπροσώπους της τάξης, της πειθαρχίας και της ηθικής, είναι αυτή που τους κρατά δέσμιους και θα συνθλίψει, εν τέλει, τον έρωτά τους και τους ίδιους...



(Συνεχίζεται)